Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών, Η γαλήνια συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών.
Α΄ Κοιμητήριο Αθηνών, Η γαλήνια συνύπαρξη διαφορετικών πολιτισμών. |
Μαρία Δανιήλ, αρχιτέκτονας, ΜSc Ε.Μ.Π. Προστασία Μνημείων |
Η θρησκευτική πίστη με σημαντικότερο στοιχείο της ότι η ζωή συνεχίζεται μετά θάνατο με κάποια διαφορετική μορφή, είναι πανανθρώπινο φαινόμενο όλων των εποχών. Ο ενταφιασμός των νεκρών αποτελεί τακτική που δεν υπαγορεύτηκε μόνο από κάποια ανάγκη υγιεινής, αλλά κυρίως από την πίστη στη μεταθανάτιο ζωή. Η θέση των νεκροταφείων αναφορικά με τους οικισμούς ποικίλλει στην πορεία της ιστορίας ανάλογα με το βαθμό συμφιλίωσης μεταξύ ζωής και θανάτου κάθε κοινωνίας. Το μέγεθος, το σχήμα και η αξία των ταφικών μνημάτων είναι αντανακλάσεις θρησκευτικών πεποιθήσεων, κοινωνικών συνθηκών, ταξικών διαφορών και γεωγραφικής ποικιλομορφίας. Στην Αθήνα ταφές εμφανίζονται από τα προϊστορικά χρόνια στην Ακρόπολη και στη μετέπειτα Αγορά. Στους κλασικούς χρόνους, ταφές υπάρχουν εκτός των τειχών της πόλης, στον Κεραμεικό και στο Δημόσιο Σήμα, ενώ στα ρωμαϊκά χρόνια στην απομονωμένη συνοικία της Κοίλης. Στην περίοδο της Τουρκοκρατίας οι ταφές των Χριστιανών γίνονται στους περιβόλους των ναών ενώ των Τούρκων στον περιβάλλοντα χώρο των τζαμιών, αλλά και σε συγκροτημένα νεκροταφεία. Οι ξένοι θαβόντουσαν στο Θησείο (εκκλησία του Αγ. Γεωργίου) και στη μονή των Καπουτσίνων. Μετά τον καθορισμό της Αθήνας (1833) ως πρωτεύουσας του Ελληνικού κράτους, εγκαθίσταται στην πόλη ο βασιλιάς Όθωνας μαζί με τις δημόσιες αρχές που είχαν στελεχωθεί κυρίως από ξένους(1). Δίπλα σε αυτούς έρχονται Ευρωπαίοι γοητευμένοι από τη δόξα της αρχαίας Ελλάδας, ομογενείς του εξωτερικού, Εβραίοι(2), κ.ά., διεκδικώντας όλοι το προβάδισμα στην οικονομική, κοινωνική και πολιτική ζωή της πρωτεύουσας της χώρας. Για την άσκηση των θρησκευτικών δικαιωμάτων όλων αυτών των διαφορετικών κοινοτήτων, απαιτήθηκε η δημιουργία ιδιαίτερων ναών και νεκροταφείων. Στους καθολικούς παροίκους των Αθηνών διατέθηκε στα τέλη του 1834 για να μετατραπεί από την Κυβέρνηση, ένας τεκές των Τούρκων στο χώρο της Ρωμαϊκής Αγοράς. Το 1842-1844 ανεγέρθηκε από τον Χρ. Χάνσεν η καθολική εκκλησία του Ευαγγελιστή Λουκά στο Ηράκλειο, τo 1838-1843 η Αγγλικανική εκκλησία του Αγ. Παύλου σε σχέδια του Cockerell υπό την επίβλεψη του Χρ. Χάνσεν και το 1853-1887 ολοκληρώθηκε ο καθολικός ναός του Αγ. Διονυσίου σε σχέδια του Λ. Καυταντζόγλου που τροποποίησε την αρχική μελέτη του Λ. Κλέντσε. Η τοποθεσία δημιουργίας του βασίστηκε στο Βασιλικό Διάταγμα του 1834 στο οποίο ορίζεται ότι «έκαστον νεκροταφείον πρέπει να απέχη από την πόλιν ή άλλον τινα κατωκοιμένον τόπον κ.λπ. τουλάχιστον 100 μέτρα». Πιθανώς στην επιλογή να συνηγορούσε η παριλίσια θέση του, ώστε να διατηρούνται θρησκευτικές δοξασίες σχετικά με το νερό ως στοιχείο καθαρμού, αλλά και για τη διατήρηση της υγιεινής. Σημαντικό ρόλο θα έπαιξε το γεγονός ότι το μέρος βρισκόταν σε άξονα, ο οποίος ταυτίζεται με την αρχαία οδό που οδηγούσε από τις Διομείες Πύλες στο Σούνιο και συνέδεε στα χρόνια της Τουρκοκρατίας την περιοχή με την πόλη. Άλλωστε νότια της Ακρόπολης και στα περίχωρα της πόλης, είχαν οριοθετήσει το νεκροταφείο οι Στ. Κλεάνθης και Ε. Σάουμπερτ, στο προτεινόμενο σχέδιο της πόλης των Αθηνών (1833). Άγνωστη είναι η αρχική έκταση και το σχέδιο του κοιμητηρίου. Οι πρώτες εργασίες που μας είναι γνωστές, έγιναν το 1837 από τον τότε αρχιτέκτονα της πόλεως των Αθηνών, F. Stauffert. Στην πρώτη απεικόνιση του 1860 που σώζεται, στο «Τοπογραφικόν Σχέδιον των Αθηνών και των πέριξ» του Ε. Καλλέργη, εμφανίζεται ο αρχικός πυρήνας του νεκροταφείου γύρω από το ναό του Αγ. Λαζάρου ενώ μακρύτερα, διαπιστώνεται η ύπαρξη μικρού τούρκικου νεκροταφείου. Από τότε σημειώνεται σε όλους τους μεταγενέστερους χάρτες της πόλης, ενώ το πρώτο γνωστό σχέδιο του Α΄ Κοιμητηρίου θεωρείται αυτό του 1896 από το μηχανικό του Δήμου Αθηναίων Αρμόδιο Βλάχο. Η σύνθεση, παρουσιάζει ένα κεντρικό άξονα που οδηγεί από την είσοδο στο ναό, με τους σημαντικούς τάφους να κατέχουν περίοπτη θέση κατά μήκος του. Η διάταξη αυτή, τυπική για τα κοιμητήρια του 19ου αι. που παραπέμπει στο «δρόμο» του αρχαίου νεκροταφείου του Κεραμεικού, διατηρείται μέχρι σήμερα. Στο σχέδιο αυτό διακρίνεται σχετική ομοιότητα με το κοιμητήριο Père Lachaise στο Παρίσι του 19oυ αι., που υπήρξε πρότυπο για μια ολόκληρη εποχή. Ήδη στη Δύση εδώ και δύο αιώνες περίπου είχε ξεκινήσει διάλογος για τα νέα κοιμητήρια. Στη Γαλλία με την επιρροή του Διαφωτισμού, στην Αγγλία με το κίνημα του Ρομαντισμού, αλλά και στη Γερμανία, δημιουργήθηκαν κοιμητήρια – κήποι στις περιφέρειες των πόλεων. Η επιρροή των ευρωπαϊκών κοιμητηρίων γίνεται περισσότερο εμφανής στο δεύτερο γνωστό σχέδιο, που εκπονήθηκε περίπου το 1910 από τον αρχιτέκτονα του Δήμου Σπύρο Γ. Ζερβό. Στο ημιτελές αυτό σχέδιο, οργανώνεται η επέκταση του κοιμητηρίου με το σχεδιασμό περίστυλου διαδρόμου που λειτουργεί και ως περίβολος. Επίσης έχει σχεδιαστεί νέο συγκρότημα εισόδου και κτήριο νεκροθαλάμων, οστεοφυλακίου και γραφείων. Σήμερα δύσκολα γίνεται η ανάγνωση κάποιου σχεδιασμού. Το περίγραμμα του Κοιμητηρίου, διαμορφώθηκε τυχαία και έχει προκύψει από διάφορες τμηματικές επεκτάσεις που έγιναν από το 1859 μέχρι το 1943. Η κεντρική διάταξη του 1896 υπάρχει, αλλά λειτουργεί συμπληρωματικά μετά τη δημιουργία της νεότερης πλατείας στην είσοδο. Η ατμόσφαιρα του ρομαντικού κήπου διαφαίνεται μόνο στα παλαιότερα τμήματα κυρίως λόγω των σημαντικών μνημείων της, ενώ τα νεότερα είναι πυκνοδομημένα, χωρίς φύτευση και με μνημεία χαμηλής αισθητικής. Και δυστυχώς, η συνεχής ικανοποίηση των πιέσεων για νέους χώρους ταφής επιτείνει την αλλοίωση του χώρου. Από τα κτίσματα του Α΄ Κοιμητηρίου ο ναός του Αγίου Λαζάρου (εικ.5) ανεγέρθηκε το 1840 και ανακατασκευάστηκε το 1859, ενώ ο ναός των Αγίων Θεοδώρων (εικ.6) το χρονικό διάστημα 1899-1901 σε σχέδια του αρχιτέκτονα Αρμοδίου Βλάχου και αγιογραφήθηκε από τον Πολυχρόνη Λεμπέση. Το 1928, κτίστηκαν ο καθολικός ναός του Αγίου Καρόλου με δαπάνη της οικογένειας Φιξ και το βυζαντινού ρυθμού οστεοφυλάκιο από τον αρχιτέκτονα Εμμανουήλ Λαζαρίδη. Το 1939 υλοποιήθηκε το συγκρότημα της εισόδου του Α΄ Κοιμητηρίου σε σχέδια του αρχιτέκτονα Άρη Κωνσταντινίδη και του διευθυντή του Αρχιτεκτονικού Τμήματος του Δήμου Αθηναίων, Ανδρέα Πλουμιστού. Ταφές ξένων δογμάτων ● Οι Διαμαρτυρόμενοι συνέστησαν τότε νέο νεκροταφείο κοντά στο Στάδιο και δίπλα στον Ιλισό ποταμό, στο σημερινό κήπο του Ζαππείου. Αργότερα, το 1914 επί δημαρχίας Ε. Μπενάκη (1914-1916), υλοποιήθηκε η μεταφορά του στο Α΄ Κοιμητήριο, σε επέκταση μικρού τμήματος που σημειώνεται ήδη στο σχέδιο του 1896. Η απόφαση αυτή είχε ληφθεί με το νόμο ΤΟ΄ «περί ανεγέρσεως καταστήματος των Ολυμπίων», αλλά και με την Υ.Α. 18262/19-11-1888 « περί καταργήσεως του παρά το Ζάππειον νεκροταφείου των διαμαρτυρομένων». Το Α΄ Κοιμητήριο από ιστορική και καλλιτεχνική άποψη, θεωρείται πολύ σημαντικό. Περιλαμβάνει γλυπτά έργα τέχνης υψηλής αξίας ενώ έχουν ταφεί σχεδόν όλοι οι επώνυμοι Έλληνες που στα τελευταία χρόνια διακρίθηκαν στον χώρο των γραμμάτων, των τεχνών και της πολιτικής. Αναπτύχθηκε κάτω από ένα ιδιαίτερο καλλιτεχνικό κλίμα, του νεοκλασικισμού, με μεγάλες ευκαιρίες έκφρασης στα κοιμητήρια και αποτελεί μια υπαίθρια συλλογή, αντιπροσωπευτική της γλυπτικής του 19ου αιώνα στην Ελλάδα. Σημαντικοί αρχιτέκτονες, όπως ο Καυταντζόγλου, ο Τσίλλερ κ.ά ή γλύπτες, όπως ο Χαλεπάς, ο Βιτσάρης, ο Φυτάλης, ο Βιδάλης, ο Φιλλιπότης κ.ά, κυρίως Τήνιοι, επηρεάστηκαν από τα δυτικά ρεύματα, ιδιαίτερα από τη σχολή του ιταλού γλύπτη Antonio Canova (1757-1822), και κατασκεύασαν αριστουργήματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι και στα αλλόθρησκα τμήματα, η διαμόρφωση των μνημάτων, ακολουθεί παρόμοια καλλιτεχνική έκφραση. Από τους απλούς τάφους μέχρι τα μαυσωλεία, δημιουργήθηκαν εξίσου αξιόλογα γλυπτά έργα πάνω στους ίδιους τύπους και με τη χρήση των ίδιων θεμάτων. Άλλωστε υλοποιήθηκαν την ίδια εποχή, από τους ίδιους καλλιτέχνες και κάτω από ίδιο καλλιτεχνικό κλίμα. Οι ενέργειες του Δήμου Αθηναίων, του φορέα που διαχειρίζεται το χώρο, όπως η θέσπιση του Κανονισμού Προστασίας των Ταφικών Μνημείων, η συγκρότηση της Επιτροπής Προστασίας Αθηναϊκών Μνημείων (ΕΠΑΜ) και οι σποραδικές αποκαταστάσεις μνημείων, ήταν αναγκαίες και χρήσιμες, αλλά ανεπαρκείς. Απαιτείται η ευαισθητοποίηση όλων μας, για την ενεργοποίηση μηχανισμών και την αξιοποίηση πόρων με σκοπό την προστασία και την ανάδειξη της μνημειακότητας του χώρου, διατηρώντας ταυτόχρονα τον ταφικό αλλά και τον χαρακτήρα του άλσους. Το Α΄ Κοιμητήριο της Αθήνας, είναι ένας διαπολιτισμικός τόπος στον οποίο οφείλουμε σεβασμό, τόσο στη μνήμη των νεκρών του αλλά και για τη πολιτιστική κληρονομιά που μας παρέδωσε. Το καθήκον μας για την ορθή διαχείρισή του και την προστασία του είναι πολύ μεγάλο. ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ 1. Με τη Συνταγματική μεταρρύθμιση του 1843, ξένοι παρέμειναν μόνο ως ιδιώτες καθώς και οι εν αποστρατεία Βαυαροί της Οθωνικής φρουράς. Για τους τελευταίους είχε συστηθεί, με το Β. Δ/γμα της 12/24 Μαίου 1834, συνοικισμός στο Ν. Ηράκλειο που εποικίστηκε ξανά το 1837 και το 1843. Κ. Μπίρης, Αι Αθήναι από του 19ου στον 20ον αιώνα, Αθήνα 1996, σελ.81-82 ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
ΑΡΧΕΙΑ |
1/10/2008 |