Μικρό βιογραφικό
Ο Δημήτρης Λυμπερτάς γεννήθηκε το 1926 στη Νάξο. Ήταν ένας από τους τελευταίους παραδοσιακούς αγγειοπλάστες του νησιού. Έμαθε την τέχνη από τον μεγαλύτερο αδελφό του. Πέθανε το 2000 και το παλιό εργαστήριο εγκαταλείφθηκε, την τέχνη όμως συνεχίζει ο γιος του Μανώλης Λυμπερτάς.
Η συνέντευξη έγινε τον Οκτώβριο του 1998 στο εργαστήριο του αγγειοπλάστη Δημήτρη Λυμπερτά, στο χωριό Δαμαλάς.
ΜΟnuMENTA: Τον πατέρα και τη μητέρα σας πώς τους έλεγαν;
Δημήτρης Λυμπερτάς: Μανόλη και Μαργαρίτα.
Μ: Ο πατέρας σας γεννήθηκε στη Νάξο;
Λ: Στη Νάξο.
Μ: Ο παππούς σας;
Λ: Του πατέρα μου ο πατέρας γεννήθηκε εδώ, ο άλλος μου ο πάππος γεννήθηκε στη Σίφνο, της μητέρας μου ο πατέρας. Ονομαζόταν Δημήτρης Χρυσός, εγώ ίσα ίσα που τον γνώρισα.
Μ: Την τέχνη από ποιον τη μάθατε;
Λ: Από τον αδελφό μου, τον Γιάννη Λυμπερτά.
Μ: Είχατε κι άλλα αδέλφια;
Λ: 'Oχι, δυο αδέλφια.
Μ: Πότε γεννήθηκε ο αδελφός σας;
Λ: Το 1908, εκείνος έμαθε την τέχνη από τον πάππο.
Μ: Πού είχε το εργαστήρι ο παππούς σας;
Λ: Δούλευε σε πολλά μέρη, στον Τίμιο Σταυρό στην Αγιασό, κατόπιν ήρθε εδώ. Σε ντόπιους δούλευε. Στον Σταυρό ήταν οι Κεράδες, Δημήτριος Κεράς με τους γιους του, Παναγιώτης, Θεοδόσης, Βασίλης, Γιώργης, πολλοί πολλοί ήταν. Κατόπιν πήγε εκεί ο Χοχλιός.
Μ: Πότε έχτισε το καμίνι ο αδελφός σας;
Λ: 1931-32. Το 1935 έφυγε ο αδελφός μου και πήγε στα Μονίτσια και δούλευε με αυτόν από τους Κεράδες. Κατόπιν παντρεύτηκε ο αδελφός μου και ξεχώρισε από τον Κερά και έμενε στα Μονίτσια.
Μ: Δικό σας εργαστήριο φτιάξατε;
Λ: Κατόπιν εγώ έφυγα το 1958 από εκεί και ήρθα και έφτιαξα εδώ ένα εργαστήριο. Δούλευα με έναν ανηψιό μου, τον Νικόλα Προμπονά. Κατόπιν πήγε στρατιώτης και δούλευα μονάχος.
M: Καμίνι δικό σας χτίσατε;
Λ: Καμίνι δικό μου, αλλά το οίκημα ήτανε ξένο, ήτανε του γαμπρού μου.
Μ: Πότε κτίστηκε:
Λ: Το 1960, 1961. Δούλευε μέχρι το 1993.
Μ: Το καμίνι που είδα ήταν δικό σας;
Λ: Δικό μου.
Μ: Πότε κτίστηκε;
Λ: Ε, τότες παντρεύτηκα εγώ το 1958, 1959, έκτισα ένα άλλο και δεν το ξαναχάλασα. Ξέχασα να σας πω, όταν ο αδελφός μου ήτανε μικρός, δούλευε ο πάππος μου στον Σταυρό, 5-6 χρονών ήτανε και πάγαινε ο πάππος μου, σήκωνε 12 πινάκια φασόλια, που ήτανε το κάθε πινάκι 8 οκάδες. Λοιπόν φαντάσου από το Αγερσανί να τα φέρει στο Σαγκρί, στο Σταυρό, να τα σηκώνει στον ώμο, φαντάσου δηλαδή τι άντρες ήταν τότες.
Επεξεργασία πηλού
Μ: Το χώμα πώς το δουλεύατε;
Λ: Το παίρναμε, το κοπανίζαμε, το σουρώναμε και κάναμε τον πηλό.
Το χώμα ήταν πολύ δυνατό και που το αδυνατίζαμε πάλι σπούσε (τα αγγεία). Βάνεις ψόφιο χώμα, πιο αδύνατο.
Μ: Τον ζυμώνατε τον πηλό;
Λ: Καταστάλαζε το νερό, τον αφήναμε και ήπηζε και παίρναμε από τον πηγμένο, κοσκινίζαμε χώμα και το ανακατεύαμε και κανονίζαμε τι θέλουμε να φτιάξουμε. Πιθαρια, πιο σφιχτός, στάμνες σφιχτός, όπως τα πιθάρια, για μικρά πιο ... και τον απατούσαμε με τα πόδια και τον ζυμώναμε και κατόπιν τον κρυώναμε.
Μ: Αυτόν που είχατε ζυμώσει τον φυλάγατε κάπου;
Λ: Τον σκεπάζαμε εδώ πέρα με βρεμμένα πανιά να μην ξεραθεί. Τον ζυμώναμε πάνω σε πλάκα.
Κατασκευή αγγείων
Μ: Πώς φτιάχνατε τα πιθάρια;
Λ: Σε τρία στάδια (πάνω στον ποδοκίνητο τροχό). Πρώτα τη λακάνη και κατόπιν στρώναμε τις καβούλες (χονδρό μακαρόνι).
Μ: Πόσες καβούλες χριάζονταν για να γίνει ένα πιθάρι;
Λ: Ένα πιθάρι μπορεί να πάει και 50-60 καβούλες. Αν κάνεις μικρό πιθάρι μπορεί να πάρει 30.
Μ: Τη στάμνα πώς τη φτιάχνατε;
Λ: Μονοκόμματη (στον ποδοκίνητο τροχό).
Μ: Πώς λέγατε το εργαλείο με το οποίο κόβατε το αγγείο από τον τροχό;
Λ: Σύρμα.
Kαμίνι και ψήσιμο αγγείων
Λ: Κατόπιν ήρθα εδώ, να φέρνω τα κλαδιά από μακριά, να τα σηκώνω να τα φέρνω. Τη μια να μου σπούνε (τα αγγεία), την άλλη να τα βάνω στον ήλιο, να τα λιάζω και να τριχιάζουν, μέχρι που πολεμά κανένας μαθαίνει. Ποτέ να μην πει κανένας ότι είναι τέλειος τεχνίτης. Σιγά σιγά ήμαθα ότι με τα ροκανίδια άμα τα ζεσταίνεις σιγά σιγά θα βγαίνουνε γερά, δεν τα 'βανα καθόλου στον ήλιο.
Μ: Οταν καμινιάζατε ποια αγγεία βάζατε πρώτα;
Λ: Πιθάρια, έβαζα μια σειρά κάτω και μια σειρά πάνω, τρία και τρία έξι. Μπροστά στα κενά έβαζα στάμνες ή μικρό πιθάρι.
Μ: Τα βάζατε ανάποδα;
Λ: Όχι με τον πάτο πατούσαν χάμω.
Μ: Γυαλωμένα βάζατε;
Λ: Δεν ψήναμε, δεν έφθανε πάνω από 600-700 βαθμούς.
Μ: Την πόρτα τη χτίζατε;
Λ: Το άνοιγμα στο καμίνι το κλείναμε με γλαστριά.
Μ: Όταν τα καμινιάζατε ή τα ξεκαμινιάζατε κάνατε καμιά ευχή;
Λ: Όχι.
Μ: Τις γυναίκες τις αφήνατε να πλησιάσουν ;
Λ: Όχι.
Μ: Πόσες ώρες το ψήνατε;
Λ: Δυο μέρες η προθέρμανση, το ψήσιμο 7-8 ώρες. Την άλλη μέρα τα ξεκαμινιάζαμε.
Μ: Σας είχε σπάσει ποτέ κανένα;
Λ: Πολλά, πολλά.
Μ: Γιατί σπάγανε;
Λ: Απροσεξία, δεν ξέραμε καλά. Προχθές είχαμε βάλει ένα πιθάρι μέσα, όπως ήταν ζεστό το καμίνι κι έσπασε. Μέχρι που δουλεύεις μαθαίνεις.
Μ: Όταν ψήνατε είχατε κανένα εργαλείο να ρίχνετε στη φωτιά;
Λ: Σκάλεθρο.
Μ: Στο καμίνι που είδα, στη μια του όψη πάνω από την μπούκα είχε τρεις τρύπες, εσείς τις είχατε ανοίξει;
Λ: Ναι, εγώ για να φεύγει ο καπνός και να βλέπω μέσα.
Μ: Μόνος σας το χτίσατε;
Λ: Ναι.
Μ: Σας είχε χαλάσει ποτέ;
Λ: Oχι.
Μ: Πόσα καμίνια κάνατε την εβδομάδα;
Λ: Ένα καμίνι. Ήταν μεγάλο και έβανε 40 μεγάλες στάμνες, που ήθελες δυο μέρες να τις φτιάξεις μέσα, ήκανες 50 μισόσταμνα που ήθελες άλλες δυο μέρες, μποτσιάρικα (είδος στάμνας) καμιά εβδομηνταριά, κάτι μικρά τσικαλούδια, κάτι μικρά σταμνάκια τα βάναμε.
Μ: Τι ώρα ξεκινούσατε;
Λ: Από νύχτα ξεκινούσαμε και τελειώναμε νύχτα το καλοκαίρι.
Είδη αγγείων
Μ: Τι άλλα αγγεία φτιάχνατε ;
Λ: Αρμεούς (αγγείο για το άρμεγμα), σφούνια (αγγείο για την άντληση του κρασιού), τσουκάλια, τσικαλούδια (είδος κανάτας), φουφούδες, κουβέλια (μικρό αποθηκευτικό αγγείο), τυρομεθύρς (πιθάρι με τρύπες για το τυρί), λαδομεθύρες (πιθάρι για το λάδι), υψέλια (δοχείο για το μελίσσι)
Μ: Χρειασίδια τα λέγατε;
Λ: «Όμορφο χρειασίδι είσαι» (λέγαμε) σε κανένα που δεν είναι καλός «ε, όμορφο χρειασίδι είσαι συ»
Διακόσμηση
Μ: Διακοσμούσατε τα αγγεία με κανένα εργαλείο;
Λ: Με πινελάκια
Μ: Γραμμές κάνατε;
Λ: Με σιδεράκι.
Εμπόριο αγγείων
Μ: Ποια είδη αγγείων πουλούσατε πιο πολύ;
Λ: Στάμνες.
Μ: Τα πουλούσατε στο εργαστήρι σας ή τα δίνατε και τα πουλούσαν αλλού;
Λ: Στα μαγαζιά. Τα πήγαινα εγώ.
M: Πόσο πουλούσατε μια στάμνα μετά την Κατοχή;
Λ: Από 2-10 δραχμές.
M: Ποια περίοδο είχατε τη μεγαλύτερη παραγωγή;
Λ: Συνέχεια δούλευα, συνέχεια τα πουλούσα.
M: Ζούσατε καλά από τη δουλειά;
Λ: Ήτανε σκληρή δουλειά.
M: Δε χρειάστηκε ποτέ να τη σταματήσετε;
Λ: Όχι, να σου πω την Κατοχή μ’ ένα πιθάρι επαίρναμε 3-4 κιλά γέννημα. Άλλοι πεθαίνανε κι άλλοι ζούσανε, έκανε ένα μεροκάματο για να πάρεις μια οκά ρεβίθια.
M: Δουλεύατε όλο το χρόνο;
Λ: Τον Οκτώβρη τα παρατούσα μέχρι τον Απρίλη.
Μ' όλα τα στραβάδια που είχα πάθει στη δουλειά, δεν την παράτησα.
Έθιμα
M: Όταν πέθαινε κανένας σπάγανε κανένα τσικαλούδι;
Λ: Και τώρα σπάνε.
M: Και της πληθερής το έθιμο, που πηγαίνανε τα παιδάκια στους βοσκούς με τα λαϊνάκια;
Λ: Πηγαίνανε για ξύγαλα (γιορτή κατά την οποία οι βοσκοί γέμιζαν τα αγγεία των παιδιών με γάλα).
igratsia@otenet.gr