Στα μέσα του 19ου αιώνα, ένα ιστορικό γεγονός θα αλλάξει ριζικά όλες τις πτυχές της ζωής στην πόλη της Βαρκελώνης. Το γεγονός αυτό είναι η Βιομηχανική Επανάσταση. Έτσι, η περιοχή της Καταλονίας μαζί με τη Xώρα των Βάσκων θα αποτελέσουν για πολλά χρόνια τους δύο βασικούς πυλώνες της βιομηχανικής εξέλιξης ολόκληρης της Ισπανίας. Η ριζική αυτή αλλαγή θα επηρεάσει την οικονομική, πολιτική και κοινωνική ζωή στην περιοχή αλλά και την καθημερινότητα μέσα στην πόλη. Η πόλη θα μεταμορφωθεί με ραγδαίους ρυθμούς, ενώ θα πραγματοποιηθούν ριζικές πολεοδομικές αλλαγές την εποχή αυτή, με αποκορύφωμα το Σχέδιο Cerdà (Plan Cerdà), το οποίο παρουσιάζεται το 1859 από τον Ildefons Cerdà και εφαρμόζεται με βασικό σκοπό την επέκταση της πόλης για την κάλυψη των νέων αναγκών που δημιουργούνται με τη βιομηχανική επανάσταση. Το Σχέδιο Cerdà θα αποτελέσει αναμφισβήτητα τη φυσική έκφραση της επιθυμίας για οικονομική, κοινωνική και πολιτισμική εξέλιξη της πόλης ακολουθώντας τα βήματα των μεγαλύτερων ευρωπαϊκών πόλεων (Λονδίνο, Παρίσι). Γεγονός-σταθμός σε αυτήν την περίοδο θα είναι η διοργάνωση της πρώτης Διεθνούς Έκθεσης το 1888 (αργότερα, το 1929 θα ακολουθήσει και η δεύτερη Διεθνής Έκθεση της Βαρκελώνης), στο πλαίσιο της οποίας επίσης συντελούνται μεγάλες πολεοδομικές και αρχιτεκτονικές αλλαγές.
Μία από αυτές είναι η μετατροπή ενός στρατιωτικού προμαχώνα σε πάρκο, το οποίο στέγασε πλήθος από περίπτερα για τη Διεθνή Έκθεση. Το πάρκο αυτό ονομάστηκε Parc de la Ciutadella και αποτελεί μέχρι και σήμερα έναν από τους μεγαλύτερους πνεύμονες πρασίνου στο κέντρο της πόλης. Για τις ανάγκες του πάρκου Parc de la Ciutadella δημιουργήθηκε μία μεγάλη δεξαμενή νερού, η οποία σχεδιάσθηκε το 1874 από τον μηχανικό Josep Fontserè, ενώ η κατασκευή της ολοκληρώθηκε το 1880. Tον υπολογισμό του φορέα της κατασκευής πραγματοποίησε ο τότε φοιτητής της Αρχιτεκτονικής Antoni Gaudí, ο οποίος αργότερα θα εξελιχθεί στον διασημότερο ίσως αρχιτέκτονα της πόλης.
Πρόκειται για ένα τετράγωνο κτίσμα, με όμοιες τις τέσσερις όψεις του, στην οροφή του οποίου διαμορφώνεται η υδατοδεξαμενή, η οποία στηρίζεται σε σειρές από πλίνθινα τόξα, τα οποία διατάσσονται σε δύο διευθύνσεις, δημιουργώντας έτσι έναν κάνναβο από ογκώδεις πλίνθινους πεσσούς. Ο υπόστυλος χώρος που βρίσκεται κάτω από τη δεξαμενή χρησιμεύει μόνο ως βάση για την στήριξη του μεγάλου όγκου νερού και το εσωτερικό του δεν έχει καμία χρηστική αξία, τουλάχιστον στην αρχική μορφή του κτηρίου. Οι πεσσοί που στηρίζουν τη δεξαμενή φτάνουν μέχρι και τα 14 μέτρα ύψος, ώστε το νερό (το οποίο αποκτά ένα τελικό ύψος ίσο με 17,5 μέτρα) να έχει την απαιτούμενη πίεση, ώστε να μεταφέρεται με τη βοήθεια της βαρύτητας προς το γειτονικό πάρκο.
Το κτίσμα σε μεγάλο βαθμό μιμείται τη ρωμαϊκή κινστέρνα Piscina Mirabilis στην Νάπολη της νότιας Ιταλίας, η οποία αποτελείται από 48 πεσσούς που καταλήγουν σε τοξωτές καμάρες δίνοντας ένα συνολικό ύψος 15 μέτρων στην όλη κατασκευή. Η μόνη διαφορά είναι ότι στην περίπτωση της κινστέρνας της Νάπολης το νερό αποθηκεύεται μέσα στην ίδια την υπόστυλη «αίθουσα» και επομένως οι πεσσοί υποβαστάζουν μόνο το ίδιον βάρος της στέγης της κατασκευής. Αντίθετα στην δεξαμενή της Βαρκελώνης το νερό βρίσκεται στην οροφή της κατασκευής. Σε καθεμία από τις τέσσερις γωνίες της κατασκευής διαμορφώνεται ένας πυργίσκος ο οποίος περιλαμβάνει μία κλίμακα για την άνοδο προς την υδατοδεξαμενή.
Γρήγορα έγινε αντιληπτό πως ο τεράστιος υπόστυλος χώρος στη βάση της δεξαμενής (του οποίου το δάπεδο βρίσκεται σε επίπεδο χαμηλότερο από αυτό του δρόμου) μπορούσε να αξιοποιηθεί για διάφορες λειτουργίες και έτσι το κέλυφος αυτό έχει στεγάσει πλήθος χρήσεων μέσα στον χρόνο. Έχει χρησιμοποιηθεί λοιπόν ως περίπτερο της Διεθνούς Έκθεσης του 1888, ως αποθήκη της Πυροσβεστικής, ως αρχείο του Δικαστικού Μεγάρου, ως άσυλο αλλά και ως κινηματογραφικό στούντιο.
Το κτίσμα, με το όνομα Dipòsit de les Aigües συμπεριλαμβάνεται σήμερα στον κατάλογο των μνημείων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς του δήμου της Βαρκελώνης.
Η τελευταία επέμβαση που υλοποιήθηκε στο εντυπωσιακό αυτό κέλυφος είναι και η πιο αξιόλογη. Το 1992, το Πανεπιστήμιο Pompeu Fabra αποφασίζει να αγοράσει το κτήριο από τον δήμο της Βαρκελώνης με σκοπό τη μετατροπή του σε πανεπιστημιακή βιβλιοθήκη. Έτσι, σήμερα στην μεγάλη υπόστυλη αίθουσα κάτω από τη δεξαμενή φιλοξενούνται 300.000 τόμοι βιβλίων καθώς και ένας επιβλητικός χώρος μελέτης για τους φοιτητές. Ο σχεδιασμός της βιβλιοθήκης οφείλεται στους αρχιτέκτονες Lluís Clotet και Ignacio Paricio, των οποίων το έργο πρόσφατα βραβεύθηκε με το αρχιτεκτονικό βραβείο “Decada” που χορηγείται από το ίδρυμα Oscar Tusquets Blanca και σκοπό έχει την αναγνώριση της διαχρονικότητας των αρχιτεκτονικών έργων βραβεύοντας έργα τα οποία συμπληρώνουν τα 10 χρόνια από τη στιγμή της κατασκευής τους.
Η λύση την οποία εφάρμοσαν οι Clotet και Paricio αφήνει τον φορέα με τους πλίνθινους πεσσούς αναλλοίωτο και εμφανή, προσθέτοντας αποκλειστικά στοιχεία τα οποία μπορούν να αφαιρεθούν ανά πάσα στιγμή επαναφέροντας την κατασκευή στην αρχική της μορφή. Τα στοιχεία αυτά είναι ένα ενδιάμεσο επίπεδο (πατάρι), καθώς και έπιπλα (τα απαραίτητα για την λειτουργία της βιβλιοθήκης) και εγκαταστάσεις. Μάλιστα, πριν από οποιαδήποτε επέμβαση το κτήριο καθαρίσθηκε από όλα τα επιπρόσθετα στοιχεία που είχαν υλοποιηθεί σε αυτό κατά τις προηγούμενες χρήσεις του, ώστε να επανέλθει στην αρχική του μορφή. Στην οροφή του κτίσματος εξακολουθεί να υπάρχει η αρχική μεγάλη επιφάνεια νερού, με πολύ μικρότερο βάθος αυτή τη φορά και με μοναδικό σκοπό να θυμίζει την αρχική μορφή και τη λειτουργία της κατασκευής. Επιπλέον, κατασκευάσθηκε ένας υπόγειος διάδρομος ο οποίος ενώνει την υπόστυλη αίθουσα μελέτης με το γειτονικό κτήριο Jaume I, που επίσης χρησιμοποιείται από το πανεπιστήμιο Pompeu Fabra. Η υπόγεια αυτή είσοδος στην αίθουσα είναι και η μοναδική πρόσβαση προς τη βιβλιοθήκη.
Βασικό στοιχείο για τον σχεδιασμό του εσωτερικού χώρου της βιβλιοθήκης είναι το φως. Έτσι, κυρίαρχη επιδίωξη των αρχιτεκτόνων ήταν να φέρουν το φυσικό φως μέσα στο εσωτερικό της υπόστυλης αίθουσας, η οποία στην αρχική της μορφή ήταν ιδιαίτερα σκοτεινή. Για τον σκοπό αυτό δημιουργήθηκαν πέντε φεγγίτες στην οροφή της αίθουσας, οι οποίοι υψώνονται στο μέσον της υδατοδεξαμενής, διακόπτοντας την επιφάνεια του νερού σαν ένα είδος νησίδας. Καθένας από τους φεγγίτες είναι διαμορφωμένος με μία ανεστραμμένη πυραμίδα που αποτελείται από τέσσερις τριγωνικούς καθρέπτες. Οι καθρέπτες επιτρέπουν στους επισκέπτες που βρίσκονται στο εσωτερικό της υπόστυλης αίθουσας να βλέπουν την αντανάκλαση της υδάτινης επιφάνειας που βρίσκεται αρκετά μέτρα ψηλότερα. Αντίστοιχα επιτρέπουν στον επισκέπτη που βρίσκεται στον περιμετρικό διάδρομο της δεξαμενής να βλέπει το εσωτερικό της βιβλιοθήκης. Δημιουργείται με τον τρόπο αυτό μία ιδιαίτερη επικοινωνία του εσωτερικού χώρου με την υδάτινη επιφάνεια της οροφής, αλλά και ένας ιδιαίτερα εντυπωσιακός τρόπος εισαγωγής του φυσικού φωτός στον χώρο μελέτης.
Η βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου Pompeu Fabra, εκτός από το βραβείο “Década”, έχει εισπράξει και μεγάλη αναγνώριση από το κοινό. Τι είναι λοιπόν αυτό που κάνει τον συγκεκριμένο χώρο τόσο ποιοτικό; Καταρχήν είναι η ίδια η ποιότητα του κτίσματος, το οποίο ενώ κατασκευάσθηκε για εντελώς διαφορετικούς σκοπούς φαίνεται πως έχει να προσφέρει πολλά στοιχεία ευνοϊκά για την στέγαση ενός χώρου μελέτης. Όπως μας λέει ο ίδιος ο Lluís Clotet, «το κτήριο είναι τόσο σπουδαίο που χρησιμεύει για τα πάντα», ενώ συμπληρώνει (αναφερόμενος στα βιομηχανικά κτήρια) ότι «αυτός ο τύπος κτηρίων είναι ο πιο οικονομικός από όλους γιατί μακροπρόθεσμα μπορούν να χρησιμεύσουν για οποιονδήποτε σκοπό». Και είναι σαφές πως ο επανασχεδιασμός του χώρου έχει γίνει με απόλυτο σεβασμό στην αρχική κατασκευή και με σκοπό την ανάδειξη της ποιότητας και του χαρακτήρα της. Η γεωμετρία αλλά και το υλικό κατασκευής της μεγάλης υπόστυλης αίθουσας με τους πλίνθινους πεσσούς είναι από μόνα τους αρκετά για να δημιουργήσουν έναν χώρο επιβλητικό με χαρακτήρα σχεδόν σπηλαιώδη, ιδανικό για μελέτη. Μέσα στην υπόστυλη αίθουσα φαίνεται να υπάρχει ένας ξεχωριστός μικρόκοσμος, αποκομμένος από τον έξω κόσμο, όπου μπορεί κανείς με μία μόνο ματιά να «δει» τη σιωπή που κυριαρχεί στον χώρο.
ΠΗΓΕΣ: - Miralles R., Sierra P., Barcelona Contemporary Architecture 1979-2004, Polígrafa, Barcelona 2005.
- Gausa M., Cervelló M., Pla M., Barcelona: Guía de Arquitectura Moderna 1860-2002, ACTAR, Barcelona.
- www.upf.edu
dafni.papadopoulou@gmail.com |