MONUMENTA
ΔΡAΣΕΙΣ
ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ

Εισαγωγικό σημείωμα για το τοπίο και την κληρονομιά του πολιτισμού

Φωτογραφίες
Μετατρέποντας το Ρέμα της Πικροδάφνης σε Ενεργό Αστικό Βιότοπο. Παρέμβαση Αστικού Τοπίου στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας.
Διπλωματική εργασία στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Ε.Μ.Π. – Νοέμβριος 2011. Σπουδαστές: Α. Ανδρουλακάκης και Τ. Τζαναβάρα. Υπεύθυνοι διδάσκοντες: Μ. Μάρκου-Λέκτορας, Κ. Μωραΐτης-Αν. Καθηγητής.
Μετατρέποντας το Ρέμα της Πικροδάφνης σε Ενεργό Αστικό Βιότοπο. Παρέμβαση Αστικού Τοπίου στη μητροπολιτική περιοχή της Αθήνας. Διπλωματική εργασία στην Αρχιτεκτονική Σχολή του Ε.Μ.Π. – Νοέμβριος 2011. Σπουδαστές: Α. Ανδρουλακάκης και Τ. Τζαναβάρα. Υπεύθυνοι διδάσκοντες: Μ. Μάρκου-Λέκτορας, Κ. Μωραΐτης-Αν. Καθηγητής.
Παρουσίαση της “δομικής” χρήσης της φύτευσης, σύμφωνα με το σχέδιο της αρχικής διαμόρφωσης του Εθνικού Κήπου της Αθήνας. Ο Εθνικός Κήπος αποτελούσε, για την εποχή της πρώτης δημιουργίας του, πολιτιστική και πολιτική δήλωση για τη συμμετοχή του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους στον Δυτικό Ευρωπαϊκό χώρο. Πηγή: Ερευνητικό Πρόγραμμα για την Αναβάθμιση του Εθνικού Κήπου. Νομαρχία Αθήνας – ΕΜΠ Αθήνα, 2009-2010. Στην αρχιτεκτονική ομάδα της έρευνας συμμετείχαν ο καθηγητής ΕΜΠ, Γ. Παρμενίδης, η λέκτορας ΕΜΠ, Α. Βοζάνη, και μεταπτυχιακοί σπουδαστές της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ. Συμμετείχαν επίσης ο καθηγητής ΕΜΠ, Γ. Πολύζος, και ο καθηγητής ΕΜΠ, Π. Τουρνικιώτης, ως υπεύθυνοι για την πολεοδομική και ιστορική διερεύνηση αντίστοιχα. Στη γενικότερη τεκμηρίωση του ερευνητικού προγράμματος συμμετείχαν καθηγητές του ΕΜΠ, πολλών επιστημονικών περιοχών. Υπεύθυνος Προγράμματος: πρύτανης ΕΜΠ, καθηγητής Κ. Μουτζούρης. Κύριος ερευνητής: Κ. Μωραΐτης.
Παρουσίαση της “δομικής” χρήσης της φύτευσης, σύμφωνα με το σχέδιο της αρχικής διαμόρφωσης του Εθνικού Κήπου της Αθήνας. Ο Εθνικός Κήπος αποτελούσε, για την εποχή της πρώτης δημιουργίας του, πολιτιστική και πολιτική δήλωση για τη συμμετοχή του νεοσύστατου Ελληνικού Κράτους στον Δυτικό Ευρωπαϊκό χώρο. Πηγή: Ερευνητικό Πρόγραμμα για την Αναβάθμιση του Εθνικού Κήπου. Νομαρχία Αθήνας – ΕΜΠ Αθήνα, 2009-2010. Στην αρχιτεκτονική ομάδα της έρευνας συμμετείχαν ο καθηγητής ΕΜΠ, Γ. Παρμενίδης, η λέκτορας ΕΜΠ, Α. Βοζάνη, και μεταπτυχιακοί σπουδαστές της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών ΕΜΠ. Συμμετείχαν επίσης ο καθηγητής ΕΜΠ, Γ. Πολύζος, και ο καθηγητής ΕΜΠ, Π. Τουρνικιώτης, ως υπεύθυνοι για την πολεοδομική και ιστορική διερεύνηση αντίστοιχα. Στη γενικότερη τεκμηρίωση του ερευνητικού προγράμματος συμμετείχαν καθηγητές του ΕΜΠ, πολλών επιστημονικών περιοχών. Υπεύθυνος Προγράμματος: πρύτανης ΕΜΠ, καθηγητής Κ. Μουτζούρης. Κύριος ερευνητής: Κ. Μωραΐτης.
Tο κτήριο ως τοπίο.
Συμμετοχή στoν Διεθνή Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό, για τον σχεδιασμό του κτηρίου υποδοχής επισκεπτών, στην περιοχή Giant’s Causeway της Ιρλανδίας - 2008. Ομάδα Μελέτης: Μ. Βορεάκου, Σ. Μαυρομμάτη, Α. Μωραΐτη, Κ. Μωραΐτης.
Tο κτήριο ως τοπίο. Συμμετοχή στoν Διεθνή Αρχιτεκτονικό Διαγωνισμό, για τον σχεδιασμό του κτηρίου υποδοχής επισκεπτών, στην περιοχή Giant’s Causeway της Ιρλανδίας - 2008. Ομάδα Μελέτης: Μ. Βορεάκου, Σ. Μαυρομμάτη, Α. Μωραΐτη, Κ. Μωραΐτης.
Στα collages του Οδυσσέα Ελύτη η αναφορά στην ελληνική αρχαιότητα, η βυζαντινή υπόμνηση και ο άμεση έκφραση της πολιτισμικής καθημερινότητας συνυπάρχουν, καθώς προβάλλονται στο υπόβαθρο του νησιωτικού τοπίου των Κυκλάδων. Πηγή της εικόνας: Ιστότοπος dornac.over-blog.com.
Στα collages του Οδυσσέα Ελύτη η αναφορά στην ελληνική αρχαιότητα, η βυζαντινή υπόμνηση και ο άμεση έκφραση της πολιτισμικής καθημερινότητας συνυπάρχουν, καθώς προβάλλονται στο υπόβαθρο του νησιωτικού τοπίου των Κυκλάδων. Πηγή της εικόνας: Ιστότοπος dornac.over-blog.com.
Κωνσταντίνος Μωραΐτης, αρχιτέκτονας μηχανικός, αναπλ. καθηγητής της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών Ε.Μ.Π.

Επεξηγώντας τον όρο Τοπίο και τη γενική σχέση του με τα κληροδοτήματα του πολιτισμού

Η συμβατική θεώρηση θα αντιμετώπιζε την αναφορά στο Τοπίο, στο πλαίσιο μιας ηλεκτρονικής έκδοσης με τον τίτλο ΜΟΝUMENTA, ως αναφορά «αποκλίνουσα» - ως αναφορά η οποία αποκλίνει από το περιεχόμενο του όρου Μνημεία.

Εντούτοις είναι στις μέρες μας σαφές πως στο εύρος της «κληρονομιάς» του πολιτισμού, την οποία οφείλουμε να διαφυλάξουμε, δεν περιλαμβάνονται μόνο η υλική παραγωγή των τεχνών, τα κτήρια ή τα οικιστικά συγκροτήματα. Περιλαμβάνονται επίσης, στην κληρονομιά του πολιτισμού, όλες εκείνες οι σχέσεις που οι ανθρώπινες κοινότητες συγκροτούν στο πλαίσιο της ιστορίας και της παράδοσής τους και βέβαια το ευρύτερο χωρικό πλαίσιο της συνάρθρωσης των προηγούμενων υλικών κατασκευών, των προηγούμενων σχέσεων και των φυσικών παραγόντων που υποστηρίζουν και τις μεν και τις δε. Χωρικό πλαίσιο το οποίο θα περιγράψουμε ως Τοπίο.

Ας επιμείνουμε στον χαρακτηρισμό Τοπίο… Μπορεί να περιγραφεί ως ευρύτερο πεδίο, από το οποίο η κάθε λογής υλική συνθήκη, η υλική πραγματικότητα των φυσικών παραγόντων αλλά και η υλική πραγματικότητα των πολιτισμικών κατασκευών αναδύθηκε και συνεχίζει να αναδύεται. Μπορεί να περιγραφεί επίσης ως ευρύτερο πεδίο στο οποίο εν-οικούν τόσο οι δράσεις των φυσικών παραγόντων, όσο και η δραστηριότητα των κοινωνιών, παλαιότερη ή σύγχρονη.

Τότε όμως το Τοπίο δικαιούται να θεωρηθεί ως το συνολικό χωρικό πλαίσιο κάθε κληρονομιάς, υλικής ή άυλης, είτε αυτή χαρακτηρίζεται κύρια από τη φυσική παρουσία είτε διακρίνεται από την έμφαση της πολιτισμικής παραγωγής – και, ταυτόχρονα, το Τοπίο δικαιούται να θεωρηθεί ως το συνολικό χωρικό πλαίσιο της ενεργής κοινωνικής καθημερινότητας, προς την οποία τα κληροδοτήματα της φύσης και του πολιτισμού αποδίδονται. Επιβάλλεται δηλαδή το Τοπίο, ο χαρακτηρισμός του «πολιτισμικού τοπίου» εμφανίζεται εν προκειμένω ιδιαίτερα αποκαλυπτικός, ως το συνολικό χωρικό πλαίσιο αναφοράς της μνήμης, όπως και της εξελισσόμενης σημερινής ζωής των κοινωνιών, στο οποίο ας το επαναλάβουμε, περιλαμβάνονται τόσο το υπόβαθρο του φυσικού περιβάλλοντος, όσο και η παραγωγή του πολιτισμού.

Αν δεχθούμε την ευκρινή διατύπωση της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για το Τοπίο, της European Landscape Convention του 2000, μπορούμε να αποδώσουμε με τον όρο Τοπίο κάθε περιοχή, «όπως γίνεται αντιληπτή από τον άνθρωπο, της οποίας ο χαρακτήρας είναι αποτέλεσμα δράσης ή/και διαντίδρασης φυσικών και ανθρώπινων παραγόντων». Έτσι το Τοπίο είναι κάθε περιοχή, περισσότερο ή λιγότερο καθορισμένη από φυσικά στοιχεία, η οποία έχει υποστεί πολιτισμική επεξεργασία – είτε η επεξεργασία αυτή αφορά όρους διαμόρφωσης και κατοίκησης, είτε όρους ερμηνείας και παράστασής της, είτε αφορά έστω μόνο την αντίληψη αυτής της περιοχής. Αντίληψη η οποία κατά κανέναν τρόπο δεν είναι κοινωνικά αθώα, αλλά η οποία είναι ήδη πολιτισμικά καθορισμένη.

Με τον όρο Τοπίο επομένως περιγράφουμε όλες εν γένει τις περιοχές, όλους εν γένει τους τόπους, ο όρος τόπος υποδεικνύει ήδη μια πρώτη κοινωνική απόδοση νοήματος, οι οποίοι υποδέχονται την αντίληψη και την κάθε λογής ερμηνεία και δράση των κοινωνιών. Πρόκειται για τοπία πέρα από τις πόλεις και τις οικιστικές περιοχές, αλλά επίσης για τοπία στα όρια των ανθρώπινων οικήσεων και βέβαια για τοπία ταυτισμένα με τα αστικά μορφώματα, για τοπία δηλαδή αστικά. Για τοπία που περιλαμβάνουν, ας το τονίσουμε ξανά, όλα όσα κληροδοτήθηκαν από την ιστορία και την παράδοση, αλλά και όσα ζούμε στη σημερινή πραγματικότητα είτε αυτά είναι υλικά είτε είναι άυλα –είτε διαθέτουν εντονότερη φυσική φυσιογνωμία είτε χαρακτηρίζονται από εντονότερη πολιτισμική παρέμβαση.

Το σημερινό αυξανόμενο ενδιαφέρον για το οπίο και η κεντρική του σημασία για κάθε κοινωνία γενικά και για τον δυτικό πολιτισμό ειδικότερα
Γίνεται από τα προηγούμενα φανερό πως καθώς διαστέλλεται το περιεχόμενο του όρου Τοπίο, τείνει να περιλάβει το σύνολο της πολιτισμικής εμπειρίας και επίσης την αμφίσημη καθοριστική για την ύπαρξή μας σχέση του πολιτισμού με τον φυσικό του υποδοχέα.

Με αυτήν την ευρύτητα περιεχομένου το Τοπίο αποβαίνει σήμερα κεντρικό αντικείμενο ενδιαφέροντος, περιβαλλοντικού, πολιτισμικού και εντέλει πολιτικού. Αλλά με τα ίδια ακριβώς χαρακτηριστικά αποτελεί επίσης κεντρικό θέμα αναφοράς και κεντρικό στοιχείο συγκρότησης του δυτικού πολιτισμού σε όλη την ιστορική περίοδο που εκτείνεται από τον αναγεννησιακό 15ο αιώνα έως και τα τέλη του 19ου αιώνα. Με εξαίρεση ένα τμήμα του 20ου αιώνα, στο διάστημα που αναπτύσσεται γύρω από τους δυο μεγάλους πολέμους, κατά το οποίο το ενδιαφέρον των αναπτυγμένων κοινωνιών για την κτηριακή δομή απωθεί την ευρύτερη τοπιακή προσέγγιση, η θεώρηση και ο σχεδιασμός του Τοπίου αποτελούν κεντρικό αντικείμενο του νεότερου δυτικού πολιτισμού.

Η προηγούμενη δήλωση δεν υπονοεί βέβαια πως η σημασία του Τοπίου εξαφανίζεται στις παλιότερες κοινωνίες ή στους μη αναπτυγμένους, πέραν της Δύσης πολιτισμούς. Επιστημονικές περιοχές όπως η γεωγραφία, έχουν αντίθετα υποδείξει την καταστατική θέση του Τοπίου για κάθε πολιτισμό γενικά, καθώς καμία πολιτισμική εκφορά, σε οποιαδήποτε ιστορική στιγμή ή σε οποιαδήποτε γεωγραφική θέση, δεν μπορεί να υποδειχθεί ως ά-τοπη και εντέλει ως α-τοπιακή.

Αυτό όμως που αξίζει να τονιστεί είναι πως, στο πλαίσιο του νεότερου δυτικού πολιτισμού, η σημασία του Τοπίου αναγνωρίζεται με σαφήνεια. Ενισχύεται, διατυπώνεται ρητά και προβάλλεται, αναλαμβάνοντας ενσυνείδητα να επισημάνει την ιδιαιτερότητα του πολιτισμού, αλλά και την πολιτική ιδιαιτερότητα, το ιδιαίτερο εν γένει ήθος των δυτικών κοινωνιών.

Η ιδιαίτερη πολιτισμική και πολιτική αναφορά των νεότερων δυτικών κοινωνιών στο Ελληνικό Τοπίο

Συσχετισμένη με την προηγούμενη κεντρική θέση του Τοπίου, πολιτισμική και πολιτική συνάμα, προβάλλει και η ιδιαίτερη σημασία που αποκτά το Ελληνικό Τοπίο, για τη συγκρότηση βασικών κεντρικών ιδεολογημάτων που αφορούν τις νεότερες δυτικές κοινωνίες.

Αν η πολιτισμική και πολιτική ιδιαιτερότητα κάθε εθνικής ομάδας τείνει να ταυτιστεί με την ιδιαίτερη εδαφική περιοχή καταγωγής της και με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά αυτού του μητρικού εδάφους, αν κάθε ιδιαίτερη εθνική ομάδα τείνει να συσχετιστεί επομένως με το ιδιαίτερο Τοπίο καταγωγής της, τότε με το Ελληνικό Τοπίο συμβαίνει κάτι πολύ γενικότερο. Το Τοπίο αυτό, στο οποίο φυσικό υπόβαθρο και παλαιότερες ιστορικές εγγραφές συνδέονται, δεν αναλαμβάνει να εικονίσει μόνο την περιορισμένη ελληνική εθνική ιδιαιτερότητα. Αναλαμβάνει, πολύ γενικότερα, να εικονίσει τη σχέση του νεότερου δυτικού πολιτισμού και των νεότερων δυτικών πολιτευμάτων, της νεότερης δυτικής αστικής δημοκρατίας κύρια, με τα αρχαία ελληνικά υποδείγματα.

Η αναφορά αυτή του νεότερου δυτικού πολιτισμού στο Ελληνικό Τοπίο αποτελεί βέβαια εν πολλοίς ιδεολογική κατασκευή. Αποτελεί ιδεολογική επινόηση, προσαρμοσμένη στις ιδιαίτερες ανάγκες των κοινωνιών που την παρήγαγαν, συσχετισμένη με την προσπάθεια συγκρότησης ιδανικών υποδειγμάτων τόπου, αντίστοιχων με την προσπάθεια εξιδανίκευσης των πολιτικών τους επιλογών.

Συνιστά εντούτοις η αναφορά του νεότερου δυτικού πολιτισμού στο Ελληνικό Τοπίο κεντρικό στοιχείο του μορφώματος που ο δυτικός πολιτισμός μάς κληροδότησε. Πρόκειται για κατασκευασμένη μνήμη, αλλά εντούτοις για Μνήμη τόσο κεντρική, ώστε μας υποχρεώνει να απαντήσουμε στην παρουσία της. Αν οι πολιτισμοί των επιμέρους λαών και των κοινωνικών ομάδων, οι επιμέρους cultures, αναγκαστικά αναφέρονται στα κατά τόπους Τοπία όπου συγκροτήθηκαν, τότε ο κεντρικός πολιτισμός της Δύσης, ο δυτικός civilization, απευθύνεται με έμφαση στο αρχαίο Τοπίο, στο ρωμαϊκό και ελληνικό και με τελική, πολιτικά επιλεγμένη προτεραιότητα, ιδιαίτερα στο υποθετικό υπόδειγμα του αρχαίου Ελληνικού Τοπίου. Υποθετικό υπόδειγμα το οποίο διαθέτει εντούτοις συγκεκριμένο τοπικό, γεωγραφικό προσδιορισμό, ταυτισμένο εν πολλοίς με το σημερινό Τοπίο κατοίκησης της σύγχρονης ελληνικής κοινωνίας.

Αν επιχειρήσουμε μια καταληκτική δήλωση, προορισμένη να συνοψίσει συμπερασματικά το σύνολο των προηγούμενων αναφορών για το τοπίο και τον πολιτισμό, για το κληροδότημα της φυσικής ποιότητας, για τη σχέση του τοπίου με το κέντρο της συγκροτημένης ιστορίας ή με την περιφέρεια της παράδοσης, θα επιμείνουμε πως όλες αυτές οι αναφορές, αποδίδονται με εξαιρετική ποικιλία συσχετισμών στο νεοελληνικό ή στο σύγχρονο ελληνικό παράδειγμα – με εξαιρετική ποικιλία συσχετισμών και ποικιλία προβλημάτων.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΚΕΣ ΑΝΑΦΟΡΕΣ
Binoche Β. (dir.), (2005): Les équivoques de la civilisation, éditions CHAMP VALLON, Seyssel.
Γιακωβάκη, Ν., (2006): Ευρώπη μέσω Ελλάδας. Μια καμπή στην ευρωπαϊκή αυτοσυνείδηση. 17ος – 18ος αιώνας, Εκδ. ΕΣΤΙΑ, Αθήνα.
Choay F., (1970): L’allégorie du patrimoine, éditions SEUIL, Paris.
Μωραΐτης, Κ. (2003): Τοπίο πολιτιστικός προσδιορισμός του τόπου, Διδακτικές Σημειώσεις, εκδ. Ε.Μ.Π., Αθήνα.
Porfyrios D., (1982): Classicism is not a style, ACADEMY EDITIONS, London.
Starobinski, J., (1979): 1789, Les emblèmes de la raison, Éd. FLAMMARION, Paris.
Williams R., (1994): Κουλτούρα και Ιστορία, εκδόσεις ΓΝΩΣΗ, Αθήνα.

mor@arsisarc.gr

24/12/2012