MONUMENTA
ΔΡAΣΕΙΣ
ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ

Αστικοί χείμαρροι. Τα αθηναϊκά ρέματα ως δίκτυα ανασυγκρότησης του δημόσιου χώρου.

Φωτογραφίες
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 001
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 001
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 002
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 002
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 003
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 003
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 004
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 004
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 005
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 005
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 006
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 006
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 007
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 007
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 008
Αστικοί χείμαρροι. - Caption - 008
Πάνος Δραγώνας, αρχιτέκτων, επίκουρος καθηγητής Πανεπιστημίου Πατρών

Η καταστροφή των ρεμάτων της Αττικής - Τεχνητοί χείμαρροι για την Αθήνα του 21ου αιώνα - Ο Ιλισός ως δίκτυο σύνδεσης των δημόσιων χώρων της ανατολικής Αθήνας

Η καταστροφή των ρεμάτων της Αττικής
Όταν χρησιμοποιούμε τον όρο Αττικό Τοπίο, συνήθως αναφερόμαστε στους λόφους και το ιδιαίτερο ανάγλυφο του λεκανοπεδίου, στη χαρακτηριστική βλάστηση, ή στις ακτές του Σαρωνικού. Σπάνια θυμόμαστε τους χεμάρρους της Αττικής παρότι μέχρι πρόσφατα αποτελούσαν ένα από τα πιο χαρακτηριστικά στοιχεία του φυσικού τοπίου της Αθήνας. Ο χείμαρρος για τους Αθηναίους αποτελεί ένα στοιχείο παρεξηγημένο ή και απωθημένο. Είναι συνήθης η σύγχυση των χειμάρρων με τα ποτάμια πολλών ευρωπαϊκών πόλεων. Ένας χείμαρρος όμως έχει πολλές διαφορές από ένα ποτάμι. Η σημαντικότερη είναι ότι αποτελεί ένα δυναμικό στοιχείο με έντονες μεταβολές κατά τη διάρκεια του χρόνου. Το καλοκαίρι είναι συνήθως ξερός ενώ κατά τη διάρκεια των χειμερινών βροχοπτώσεων πλημμυρίζει, με απότομο και συχνά ορμητικό τρόπο. Μία άλλη βασική διαφορά είναι ότι οι χείμαρροι δεν αποτελούν αυτοτελή φυσικά στοιχεία, αλλά μέρη σύνθετων δικτύων. Το υδρογραφικό δίκτυο της Αττικής, συγκεκριμένα, είναι αρκετά πυκνό και διαμορφώνεται από το φυσικό ανάγλυφο που κατευθύνει τα βρόχινα ύδατα από τους λόφους μέχρι τον Σαρωνικό. Το φυσικό δίκτυο απορροής των υδάτων της Αθήνας λειτούργησε σε αρμονία με το ανθρωπογενές τοπίο της αρχαιότητας και της τουρκοκρατίας μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, οπότε και ξεκίνησε η ανάπτυξη της σύγχρονης πόλης.

Η εξαφάνιση των χειμάρρων της Αττικής οφείλεται στην αδυναμία της αθηναϊκής κοινωνίας να αντιμετωπίσει με ορθολογικό τρόπο το φαινόμενο της αστικοποίησης. Το φυσικό υδραυλικό δίκτυο της Αττικής καταστράφηκε κατά τη διάρκεια δημιουργίας των αστικών δικτύων αποχέτευσης και κυκλοφορίας. Το πρώτο και πιο καθαριστικό βήμα αυτής της διαδικασίας ήταν η χρήση των χειμάρρων ως ανοικτών αποχετευτικών αγωγών ακαθάρτων. Οι γρήγοροι ρυθμοί αστικοποίησης, σε πολλές περιοχές, δεν επέτρεψαν την κατασκευή ανεξάρτητων αποχετευτικών δικτύων. Τα έντονα προβλήματα υγιεινής που δημιουργήθηκαν από τη μετατροπή των χειμάρρων σε υπονόμους έπεισαν την κοινωνία της εποχής για την αναγκαιότητα της κάλυψης τους. Το δίκτυο των χειμάρρων χρησιμοποιήθηκε για την εγκατάσταση του υπόγειου αποχετευτικού δικτύου, ενώ οι επιφάνειες που προέκυψαν από την κάλυψη του αξιοποιήθηκαν για την κατασκευή αυτοκινητοδρόμων (όπως η λεωφόρος Βασιλέως Κωνσταντίνου και η Μιχαλακοπούλου επί του Ιλισού ή η οδός Μάρνη επί του Κυκλοβόρου). Το οικονομικό όφελος από αυτή την απόφαση ήταν μεγάλο καθώς μειώθηκε η ανάγκη απαλλοτριώσεων για την κατασκευή του οδικού δικτύου. Η επιβολή των δύο νέων αστικών δικτύων σε βάρος του φυσικού δικτύου των ρεμάτων ουσιαστικά σήμανε και το τέλος των χειμάρρων της Αττικής.

Η καταστροφή του φυσικού δικτύου απορροής των υδάτων ήταν αναπότρεπτη από τη στιγμή που αποφασίστηκε η δημιουργία της ελληνικής πρωτεύουσας στην Αττική. Ακόμα και εάν τα κύρια ρέματα της πόλης, όπως ο Κηφισός, ο Ιλισός και ο Κυκλοβόρος, είχαν παραμείνει στην επιφάνεια, και πάλι θα ήταν πολύ δύσκολο να διατηρηθεί η φυσική υδραυλική λειτουργία του αττικού τοπίου. Καθοριστικό ρόλο σε αυτή είχε το σύνολο των πυκνών, μικρών διακλαδώσεων, που τροφοδοτούσαν με νερό τους χειμάρρους και ήταν αδύνατο να προστατευτεί. Η κάλυψη της αστικής επιφάνειας από αδιάβροχα υλικά αλλοίωσε τη φυσική υδραυλική λειτουργία του τοπίου. Τα βρόχινα ύδατα δεν απορροφούνται πλέον από τη γη αλλά συγκεντρώνονται στα φρεάτια και στη συνέχεια κατευθύνονται προς τη θάλασσα. Η διατήρηση ορισμένων ανοικτών χειμάρρων δεν θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τον περιορισμό της ποσότητας του νερού που θα κατέληγε σε αυτούς και, βέβαια, πολύ δύσκολα θα μπορούσε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα της μόλυνσης από τα πάσης φύσεως επιφανειακά αστικά απόβλητα. Το πρόβλημα σήμερα δεν αφορά τόσο στην αντικειμενική αδυναμία της αθηναϊκής κοινωνίας του μεσοπολέμου να προστατεύσει τη φυσική λειτουργία του υδραυλικού δικτύου, όσο στις μη αναστρέψιμες επιλογές της που ουσιαστικά στερούν από τη σύγχρονη πόλη τη δυνατότητα διερεύνησης νέων δυνατοτήτων βιώσιμης ανάπτυξης. Από τη στιγμή που οι δημόσιοι χώροι των χειμάρρων μετατράπηκαν σε αυτοκινητοδρόμους, θα πρέπει δυστυχώς να παραδεχτούμε ότι η καταστροφή των φυσικών ρεμάτων της Αττικής -με τη μορφή που είχαν στο παρελθόν- είναι αμετάκλητη.

Τεχνητοί χείμαρροι για την Αθήνα του 21ου αιώνα
Στις αρχές του 21ου αιώνα, οι ανάγκες των κατοίκων της Αθήνας έχουν μεταβληθεί. Ο πληθυσμός της πόλης έχει πλέον σταθεροποιηθεί και η άνοδος του βιοτικού επιπέδου έχει δημιουργήσει νέες ανάγκες, οι οποίες είναι τελείως διαφορετικές από εκείνες του μεσοπολέμου. Η σύγχρονη αθηναϊκή κοινωνία έχει καλύψει τις πρωτογενείς ανάγκες της και δίνει πλέον έμφαση στην ποιότητα της καθημερινής διαβίωσης. Τίθενται, λοιπόν, νέες απαιτήσεις ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζει αυτή της λειτουργικής και περιβαλλοντικής αναβάθμισης των δημόσιων χώρων της πόλης. Πέρα όμως από τα ζητήματα της καθημερινής διαβίωσης, πολύ πιο σοβαρά προβλήματα βρίσκονται σε εξέλιξη τα οποία έχουν μακροπρόθεσμες επιπτώσεις στη ζωή των κατοίκων της Αθήνας. Τα προβλήματα αυτά αφορούν στις συντελούμενες οικολογικές καταστροφές και την κατασπατάληση των φυσικών πόρων. Η Αττική έζησε το 2007 μια πρωτοφανή καταστροφή των περιορισμένων δασικών εκτάσεων της. Την ίδια στιγμή η πόλη, η οποία έχει ήδη «στραγγίξει» τις λιγοστές φυσικές πηγές της, καταναλώνει αλόγιστα τα φυσικά αποθέματα υδάτων της Στερεάς Ελλάδας. Το βρόχινο νερό, αντί να χρησιμοποιηθεί για τις ανάγκες της πόλης, εξακολουθεί να αντιμετωπίζεται ως αίτιο πρόκλησης φυσικών καταστροφών.

Μια πρόκληση για την Αθήνα του 21ου αιώνα αφορά στον ανασχεδιασμό των αστικών δικτύων αποχέτευσης και κυκλοφορίας στην κατεύθυνση της βιώσιμης ανάπτυξης. Οι χείμαρροι της Αττικής μπορεί να έχουν καταστραφεί. Αυτό όμως δεν μας εμποδίζει να οραματιστούμε νέους τρόπους διαχείρισης των βρόχινων υδάτων σύμφωνα με τις ιδιαίτερες απαιτήσεις της σύγχρονης πόλης. Σήμερα, ο αστικός σχεδιασμός έχει αφομοιώσει πολύτιμες εμπειρίες από την αρχιτεκτονική τοπίου (έναν κλάδο που έχει αναπτυχθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια) και διαθέτει τη δυνατότητα αξιοποίησης νέων στρατηγικών σχεδιασμού καθώς και της χρήσης φυσικών υλικών. Η υλοποίηση μιας αστικής αρχιτεκτονικής με οικολογική συνείδηση είναι περισσότερο εφικτή από ποτέ. Ο σχεδιασμός μιας βιώσιμης πόλης, άλλωστε, δεν είναι ένα ζήτημα διαμόρφωσης όμορφων εικόνων -μια υπόθεση του βλέμματος- αλλά μια στρατηγική οργάνωσης λειτουργικών δικτύων. Η δημιουργία φιλόξενων πάρκων βιολογικού καθαρισμού των βρόχινων υδάτων αποτελεί ένα πρώτο βήμα για τη διαμόρφωση μιας πολιτικής βιώσιμης αστικής ανάπτυξης, η οποία ήδη ακολουθείται σε πολλές πόλεις της Ευρώπης και της Ασίας.

Οι σύγχρονες στρατηγικές σχεδιασμού και διαχείρισης των βρόχινων υδάτων προσφέρουν νέες δυνατότητες διαμόρφωσης ανοικτών δικτύων απορροής που ουδεμία σχέση έχουν με τις νοσταλγικές εικόνες της Αθήνας του 1900. Οι τεχνητοί αυτοί χείμαρροι, όπως θα μπορούσαμε να τους ονομάσουμε, αφορούν περισσότερο στη δημιουργία στοιχείων μιας «τεχνητής φύσης». Πρόκειται για παρεμβάσεις μεγάλης κλίμακας στο αστικό τοπίο. Την ίδια στιγμή, όμως, αποτελούν ανοικτά δίκτυα συγκέντρωσης των βρόχινων υδάτων τα οποία μεταβάλλονται δυναμικά κατά τη διάρκεια του χρόνου και συμβάλλουν στον καθαρισμό των βρόχινων υδάτων με φυσικό τρόπο, όπως συμβαίνει και σε έναν φυσικό χείμαρρο.
Το σενάριο της δημιουργίας των αστικών χειμάρρων μπορεί να μοιάζει ουτοπικό. Θα μπορούσαμε άραγε να φανταστούμε έναν νέο «τεχνητό» Ιλισό ή Κυκλοβόρο να αναδύεται κάτω από την ασφαλτοστρωμένη επιφάνεια της Αθήνας; Ίσως είναι δύσκολο, αλλά σίγουρα όχι δυσκολότερο –και σε κάθε περίπτωση πολύ πιο ωφέλιμο για την πόλη- από την προοπτική δημιουργίας του «μεγαλύτερου πάρκου της Ευρώπης» στο νότιο άκρο της πόλης.

Ο Ιλισός ως δίκτυο σύνδεσης των δημόσιων χώρων της ανατολικής Αθήνας
Η μελέτη για την «Ανάδυση του Ιλισού» αποτελεί μία αρχιτεκτονική πρόταση η οποία παρουσιάστηκε καθ’ όλη τη διάρκεια της εξέλιξης της μέσα από το blog των athens9. Η μελέτη έγινε από το αρχιτεκτονικό γραφείο deltArCHI των Π. Δραγώνα και Β. Χριστοπούλου και ολοκληρώθηκε από ομάδα σπουδαστών του Πανεπιστημίου Πατρών (Μάνος Γωγούλης, Δήμητρα Καλασούντα, Πέτρος Μπόσκος, Μάριος Μπότης, Μαρία Πανέτα, Λουκάς Σπάθης, Μαρίνα Συμεωνίδου) κατά τη διάρκεια θερινού εργαστηρίου.
Αντικείμενο της συγκεκριμένης μελέτης ήταν η διαχείριση και η ανάδειξη των υδάτινων πόρων στο κέντρο και τα ανατολικά προάστια της Αθήνας. Η μελέτη εξέτασε τις δυνατότητες αποκατάστασης του χειμάρρου Ιλισού, τις δυσκολίες αλλά και τα οφέλη που μπορεί να αποκομίσει η πόλη από μία τέτοια ενέργεια.

Η τελική πρόταση βασίζεται στην παραδοχή ότι κατά τις προσεχείς δεκαετίες η πόλη της Αθήνας θα αναγκαστεί να ακολουθήσει μια πολιτική περιορισμού της κυκλοφορίας των αυτοκινήτων, σύμφωνα με τα πρότυπα πολλών ευρωπαϊκών πόλεων. Προτείνεται συγκεκριμένα η πεζοδρόμηση της Μιχαλακοπούλου, η υπογειοποίηση της λεωφόρου Βασ. Κωνσταντίνου και η διέλευση γραμμής τραμ παράλληλα με τη νέα κοίτη του Ιλισού. Η βασική ιδέα της μελέτης αφορά στη λειτουργία του χειμάρρου ως αγωγού συγκέντρωσης των όμβριων υδάτων που προέρχονται από το υφιστάμενο δίκτυο απορροής της πόλης. Προτού συγκεντρωθεί το νερό στη νέα κοίτη, μεσολαβεί μια διαδικασία βιολογικού καθαρισμού σε ανοικτούς δημόσιους χώρους της πόλης. Το νερό, το οποίο συλλέγεται από τα φρεάτια των δρόμων και τις ταράτσες των πολυκατοικιών, συγκεντρώνεται σε τεχνητές λίμνες όπου με τη βοήθεια του ήλιου, του αέρα και βακτηρίων διασπώνται οι οργανικές ενώσεις. Οι λίμνες αυτές είναι υπερυψωμένες και λειτουργούν ως τεχνητές πηγές που τροφοδοτούν με καθαρό νερό τους κλάδους του νέου δικτύου ρεμάτων.

Ο νέος τεχνητός Ιλισός αντιμετωπίζεται ως ένα σύνθετο δίκτυο δημόσιων χώρων, το οποίο προσφέρει τη δυνατότητα σύνδεσης απομονωμένων χώρων της πόλης (όπως ο Εθνικός Κήπος, το Πάρκο Ριζάρη, το Άλσος Συγγρού, οι δημόσιοι χώροι επί των οδών Μιχαλακοπούλου και Γ. Παπανδρέου, η Πανεπιστημιούπολη, η Πολυτεχνειούπολη και το πάρκο στο Γουδή). Βασικό χαρακτηριστικό των παραπάνω χώρων θα είναι η μεταβολή τους στο πέρασμα του χρόνου και, πιο συγκεκριμένα, η δυνατότητα τους να λειτουργούν είτε πλημμυρισμένοι από νερό τον χειμώνα είτε στεγνοί κατά τους θερινούς μήνες.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Κώστας Η. Μπίρης, Αι Αθήναι, Μέλισσα, Αθήνα 1966
  • Δημήτρης Πικιώνης, Κείμενα, ΜΙΕΤ, Αθήνα 1954
  • Πάνος Δραγώνας (Επιμ.), «Αττικό τοπίο», Αρχιτεκτονικά Θέματα 39 (2005)
  • Σ. Μάνος, «Το μεγάλο έγκλημα σε βάρος της Αθήνας», Καθημερινή (5-8-2007)
  • Herbert Dreiseitl, Dieter Grau (Eds.), New Waterscapes, Basel: Birkhauser, 2005
  • “Water Design and Management”, Topos 59 (2007)


LINKS

 

21/12/2007