MONUMENTA
ΔΡAΣΕΙΣ
ΑΠΟΘΕΤΗΡΙΟ
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ
ΣΥΜΜΕΤΟΧΗ
ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΕ

Αστικοποιώντας τη γνώση: ο ερευνητικός χώρος και η διαδραστικότητα με το περιβάλλον του

Βάλια Γεωργιάδη, αρχιτέκτονας ΜΑ Housing and Urbanism

Καθώς κινούμαστε προς την εποχή στην οποία η πλειοψηφία του ανθρώπινου πληθυσμού θα έχει αστικοποιηθεί, οι νέες μητροπόλεις ουσιαστικά θα αποτελέσουν το πραγματικό μέρος μέσα στο οποίο άνθρωποι από διαφορετικά κοινωνικά, οικονομικά, πολιτιστικά και μορφωτικά επίπεδα θα πρέπει να ζήσουν, να εργαστούν και να συνεργαστούν κάνοντας έτσι τον ίδιο τον αστικό ιστό και την κοινωνία να αναπτυχθεί περεταίρω. Σε παγκόσμιο επίπεδο, οι περισσότερες χώρες είναι ή προσπαθούν να αστικοποιηθούν σε μεγάλο ποσοστό, και αυτό γιατί κατά κύριο λόγο οι πόλεις είναι οι βασικοί πυρήνες της οικονομικής ανάπτυξης μιας χώρας. Στην πλειοψηφία τους γενικώς, λοιπόν, αλλά και σύμφωνα με το Institute for Public Policy Research (IPPR), οι περισσότεροι εργαζόμενοι στον τομέα της καινοτομίας και της γνώσης (innovation sector) κατοικούν σε αστικά κέντρα, οι περισσότερες τεχνολογικές ανακαλύψεις πραγματοποιούνται σε πόλεις και φυσικά οι περισσότερες επιχειρήσεις στον τομέα της γνώσης και της τεχνολογικής ανάπτυξης έχουν την έδρα τους σε κάποιο αστικό κέντρο.

Παρόλο που δεν είναι απολύτως ξεκάθαρο ποιοί είναι οι λόγοι που καθιστούν μια πόλη ελκυστική, μπορούμε να πούμε ότι το δυναμικό περιβάλλον της αστικής πραγματικότητας προωθεί την καινοτομία, τη γέννηση καινούριων ιδεών αλλά και τη δημιουργία πολλών επιπέδων επαφής μεταξύ διαφορετικών ανθρώπων από διαφορετικούς τομείς (κοινωνικούς, επαγγελματικούς, οικονομικούς).

Μια πόλη προσφέρει τρία βασικά πλεονεκτήματα: εγγύτητα, πυκνότητα και ποικιλία. Αυτοί οι τρεις παράγοντες δημιουργούν ένα πολύ δυναμικό χώρο όπου σε περίπτωση που συνδυαστούν με ένα ελκυστικό περιβάλλον και ποιότητα ζωής μπορούν πιθανόν να «γεννήσουν» ένα πολύ επιτυχημένο περιβάλλον για τη δημιουργία γνώσης, καινοτομίας και οικονομικής ανάπτυξης. Η πόλη αποτελεί το κατεξοχήν μέρος όπου πολλαπλές αλληλεπιδράσεις λαμβάνουν χώρα καθημερινά, διαφορετικές κουλτούρες συναντώνται και πολλοί και διαφορετικοί τομείς γνώσης μπορούν να «βρεθούν» και να συνδυαστούν. Η καινοτομία γενικώς αλλά και εξ ορισμού πηγάζει από τις καινούριες ιδέες και οι καινούριες ιδέες με τη σειρά τους προάγονται από την αλληλεπίδραση ανθρώπου με περιβάλλον (έμψυχο ή άψυχο). Θεωρητικά, λοιπόν, το αστικό περιβάλλον μπορεί να αποτελέσει ένα ιδανικό πλαίσιο για την καινοτομία δεδομένου όμως του ότι ο ίδιος αυτός ο επιστημονικός τομέας είναι «ανοιχτός» στην αλληλεπίδραση του με την πόλη.

Συγχρόνως, τα περιβάλλοντα έντονης παραγωγής γνώσης μπορούν να δράσουν σαν ένας πολύ καλός καταλύτης για την αστικοποίηση των περιοχών και να προσφέρουν τα εφαρμοσμένα, πλέον, αποτελέσματα της έρευνάς τους στην πόλη. Τα πλεονεκτήματα που παρατηρούμε όταν συνδυάζουμε ένα αστικό περιβάλλον με ένα περιβάλλον παραγωγής γνώσης και καινοτομίας (innovation environment) κάνουν καλό και στις δύο πλευρές της «εξίσωσης».

Ποια είναι όμως τα πιο βασικά πλεονεκτήματα που προφέρει το αστικό περιβάλλον σε μια μονάδα παραγωγής γνώσης και τεχνολογίας; Πρώτα από όλα η τοποθεσία καθεαυτή και οι υποδομές που προσφέρει η πόλη κάνουν τις εταιρίες και τα ιδρύματα που δραστηριοποιούνται στον τομέα της καινοτομίας να εγκαθίστανται εύκολα, και γρήγορα να δουλεύουν αποτελεσματικά. Όπως αναφέραμε και παραπάνω η καινοτομία χρειάζεται διαδραστικότητα. Έτσι ένα μέρος χωρίς διασυνδέσεις και υποδομή να υποστηρίξει τη διαδραστικότητα αυτή έχει πολύ περισσότερες πιθανότητες να αποτύχει. Αυτές οι διασυνδέσεις καταρχάς είναι υλικές. Αεροδρόμια, δρόμοι και γενικώς όλα τα μέσα μεταφοράς είναι εξαιρετικά σημαντικά όχι μόνο για τις συνεχείς μετακινήσεις επιστημόνων και ερευνητών αλλά και για τη γρήγορη διανομή των προϊόντων της παραγόμενης έρευνας και κατ’ επέκταση για το γρήγορο feedback από την αγορά, το οποίο φυσικά είναι κρίσιμο.

Δεύτερο βασικό πλεονέκτημα είναι η πληθώρα των σχετικών ιδρυμάτων που βρίσκονται στις πόλεις. Παραδείγματος χάριν, τα πανεπιστημιακά ιδρύματα, τα κυβερνητικά ιδρύματα και οι οργανώσεις, αλλά και οι ιδιωτικές επιχειρήσεις οι οποίες κατά κύριο λόγο εκμεταλλεύονται τα παράγωγα των ερευνών (IPPR). Αυτή η συγκέντρωση ιδρυμάτων δημιουργεί πολύ ισχυρούς δεσμούς μεταξύ γνώσης και επιχειρήσεων και πολύ σύντομα αναπτύσσονται μεγάλα δίκτυα συνεργασίας μεταξύ αυτών των ιδρυμάτων και του ιδιωτικού τομέα. Εξαιτίας λοιπόν αυτών των δικτύων συνεργασίας παρατηρούμε ένα πολύ ενδιαφέρον και προσοδοφόρο παράγωγο: ιδιωτικές εταιρίες αρχίζουν να χρηματοδοτούν ερευνητικά προγράμματα ενώ συγχρόνως τα αποτελέσματα των ερευνών παράγονται και δοκιμάζονται από το κοινό μέσω των εταιριών. Αυτός ο «κύκλος έρευνας και παραγωγής» όχι μόνο ενισχύει την οικονομία αλλά και βοηθάει την έρευνα να είναι πιο αποτελεσματική.

Τρίτο πλεονέκτημα είναι ότι οι πόλεις παρέχουν εξαιρετικές ευκαιρίες στον τομέα της αγοράς. Εξαιτίας της ποικιλίας που προσφέρει ένα αστικό περιβάλλον, πολλά και διαφορετικά είναι τα προϊόντα στα οποία δημιουργείται ζήτηση. Επιπλέον, οι πόλεις μπορούν να προσφέρουν στην έρευνα ένα πολύ μεγάλο και ποικιλόμορφο καταναλωτικό κοινό το οποίο βοηθάει πολύ στη δοκιμή των παραγόμενων προϊόντων στην αγορά (marketing testing).

Τέλος, το δυναμικό αλλά και συγχρόνως «τονωτικό για σκέψη» (mind-stimulating) περιβάλλον που δημιουργεί ο αστικός χώρος όχι μόνο παρέχει στους επιστήμονες υψηλό βιοτικό επίπεδο χωρίς την απομόνωση που δημιουργούσαν παλαιότερα τα science parks αλλά και ενισχύει τη γέννηση καινούριων ιδεών εξαιτίας της αλληλεπίδρασης μεταξύ διαφορετικών οικονομικών και κοινωνικών ομάδων.

Όπως παρατηρούμε λοιπόν, το αστικό περιβάλλον μπορεί να γίνει ένα εξαιρετικά δυναμικό μέρος με την ικανότητα να συγκεντρώνει κεφάλαιο –όποτε και σημασία από την κυβέρνηση- και να δημιουργεί τις κατάλληλες φυσικές και οικονομικές συνθήκες για να προωθήσει την δημιουργία δικτύων συνεργασίας μεταξύ επιχειρήσεων, εκπαιδευτικών ιδρυμάτων, ερευνητικών ιδρυμάτων και αγοράς. Παράλληλα αυτά τα δίκτυα συνεργασίας μπορούν να προσφέρουν στο αστικό περιβάλλον τα προϊόντα αυτής της αλληλεπίδρασης και να βοηθήσουν την πόλη να εξελιχθεί περεταίρω. Η εξέλιξη αυτή νοείται σε πολλά και διαφορετικά επίπεδα όπως: η δημιουργία θέσεων εργασίας ή η χρήση καινούριας τεχνολογίας και συστημάτων έτσι ώστε να γίνεται πιο αποτελεσματική η ζωή στην πόλη κ.τ.λ.

Τα τελευταία χρόνια, παρατηρώντας τις παγκόσμιες τάσεις στον τομέα της καινοτομίας βλέπουμε ότι η ιδέα να συνδυάζεται η επιστήμη με το αστικό περιβάλλον αρχίζει να μπαίνει σε εφαρμογή όλο και πιο συχνά. Τα science parks αρχίζουν πια να σχεδιάζονται και να χρησιμοποιούνται σαν καταλύτης για την αστικοποίηση μιας περιοχής, ενώ παράλληλα αποτελούν τα θεμέλια για την οικονομία αυτών των καινούριων αστικών κέντρων1.

Συμπερασματικά λοιπόν, μπορούμε να πούμε ότι τα τεχνολογικά επιτεύγματα μέσω ερευνητικών προγραμμάτων αποτελούν ένα πολύ σημαντικό «συστατικό» στην ανάπτυξη ενός κράτους, όπως επίσης και στην αναγέννηση και αναδιάρθρωση παρηκμασμένων πόλεων και στην προαγωγή της περεταίρω ανάπτυξής τους. Τα παράγωγα των ερευνητικών προγραμμάτων όμως μπορούν να επιτευχθούν πιο γρήγορα και αποτελεσματικά μέσα σε ένα «περιβάλλον καινοτομίας», ενώ παράλληλα αναδιαμορφώνονται σε πιο χειροπιαστά και χρήσιμα όταν προωθούνται από εταιρίες που ασχολούνται με τη μεταβίβαση της τεχνολογίας στο κοινό (technology transfer industries). Η στρατηγική του να ενισχύεται η έρευνα και να προωθούνται οι συνεργασίες μεταξύ ερευνητικών ιδρυμάτων και εταιριών αποδεικνύεται πολύ αποτελεσματικό σε όλους τους σχετικούς τομείς.

Τελειώνοντας, Θα πρέπει να τονίσουμε ότι ο στρατηγικός σχεδιασμός πόλεων θα πρέπει πια να εστιάσει στο άνοιγμα και στους ευρηματικούς τρόπους με τους οποίους η τεχνολογία και η μετάδοση της γνώσης θα μπορέσει να εφαρμοστεί με σκοπό να επιτευχθεί τελικά ένας πιο αποτελεσματικός τρόπος αξιοποίησης της γνώσης, η οποία παραγόταν (μέχρι τώρα) σε απομονωμένα εργαστήρια. Η αλληλεπίδραση αυτή θα μπορέσει να οδηγήσει τελικά σε πιο «έξυπνες πόλεις» με τους πολίτες να είναι πια πολύ περισσότερο ανοικτοί στην γνώση και στα πλεονεκτήματα που μπορεί να προσφέρει η εκπαίδευση. Σε περίπτωση που όλα αυτά μπορέσουν να συνδυαστούν με ένα ελκυστικό περιβάλλον και υψηλή ποιότητα ζωής μπορεί πιθανότατα να δημιουργηθεί ένα πολύ επιτυχημένο πλαίσιο μέσα στο οποίο θα προωθείται η γνώση και η καινοτομία. Οι προσπάθειες να «αστικοποιήσουμε τη γνώση» παρατηρούνται πια σε παγκόσμιο επίπεδο και αυτό είναι ένα πολύ λογικό γεγονός εάν αναλογιστούμε ότι αυτό το «πάντρεμα» ενισχύει και καλυτερεύει πολλούς τομείς σε πολλαπλά επίπεδα. Όπως τονίζει πολύ σωστά και ο εξειδικευμένος επιστήμονας Νίκος Κομνηνός στους στρατηγικούς πολεοδόμους «αυτό που ζητείται πια από τους urban planners δεν είναι να αναπαραστήσουν και να σχεδιάσουν τις ήδη υπάρχουσες ιδέες και αξίες αλλά να εφεύρουν καινούριες μορφές αστικού περιβάλλοντος για την ανάπτυξη ευέλικτων οικονομιών και τεχνολογιών βασισμένων στην πληροφορία. […] Ζητείται να εφεύρουν καινούρια μοντέλα πόλεων […] και καινοτόμα περιβάλλοντα για ανάπτυξη πάνω στην επιστήμη και τη γνώση» (Komninos 2002, σελ.188)2.

vgeorgiadi@yahoo.com

1. Ένα πολύ καλό παράδειγμα για αυτή την ευεργετική συμβολή είναι η περίπτωση του Kista στη Στοκχόλμη. Επίσης η περίπτωση του Sophia- Antipolis στη Γαλλία.

2. “What is asked of urban planners today is not to represent a given order of ideas or values, but to invent urbanities for flexible economies and information-based technologies. […] They are asked to invent city models to regulate flexible agglomerations and innovative environments for knowledge-based development” (Komninos 2002. p.188).

20/12/2009