Η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου αποτελεί μνημειακό αρχιτεκτονικό σύνολο παγκόσμιας ιστορικής σημασίας. Η αρχή της ιστορίας αυτής τοποθετείται χρονολογικά στα υστερωμινωικά και μυκηναϊκά χρόνια, όταν η Ρόδος αποτελούσε ενιαίο ισχυρό βασίλειο.
Το 408 π.Χ. ιδρύεται η πόλη των Ροδίων στην «Πανός άκρα», στη βόρεια μύτη του νησιού. Η πόλη ρυμοτομείται με το καλύτερο πολεοδομικό σύστημα όλων των εποχών, το Ιπποδάμειο, ενώ σύμφωνα με τους σοφούς του Μεσαίωνα και της Αναγέννησης, σε ένα από τα πέντε λιμάνια του νησιού ήταν τοποθετημένος ο Κολοσσός της Ρόδου, αφιερωμένος στο θεό Ήλιο.
Με το πέρασμα των χρόνων, οι ανάγκες και οι καταπατήσεις των δρόμων από τους κατοίκους μεταμόρφωσαν την πόλη, σχηματοποιώντας τη σε μια κυκλική διάταξη γύρω από το κεντρικό λιμάνι.
Την περίοδο της Ιπποτοκρατίας (1309-1522), οι Ιωαννίτες ιππότες χωρίζουν τον τειχισμένο οικισμό, με συνολική έκταση τότε 800.000μ2, σε δυο άνισα τμήματα. Το βόρειο τμήμα που ήταν και το μικρότερο, ονομαζόταν Κολλάκιο ή Chateu και περιλάμβανε τα καταλύματα των γλωσσών, δηλαδή τα καταλύματα των διαφορετικών εθνών ή εθνοτήτων, το νοσοκομείο, τις κατοικίες των ιπποτών, την εκκλησία του Αγίου Ιωάννη και το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου. Τα νότιο τμήμα του οικισμού ήταν γνωστό ως burgum και σε αυτό κατοικούσαν κα εργάζονταν όλες οι φυλές, Έλληνες και Λατίνοι, εκτός από τους Εβραίους οι οποίοι διωκόμενοι από παντού είχαν τη δική τους συνοικία στο ανατολικό τμήμα της πόλης.
Η αρχιτεκτονική της Ιπποτοκρατίας εντάσσεται στον δυτικοευρωπαϊκό υστερογοτθικό ρυθμό, ενώ στα τέλη του 15ου αιώνα εμφανίζονται πολλά στοιχεία ιταλικής αναγεννησιακής τεχνοτροπίας. Αργότερα, ο ρυθμός αυτός εμπλουτίζεται από στοιχεία ντόπιας αρχιτεκτονικής. Χαρακτηριστικά στοιχεία της αρχιτεκτονικής των ιπποτικών κτιρίων είναι οι ημικυλινδρικές ή οξυκόρυφες καμάρες, οι εσωτερικές αυλές, οι επίπεδες στέγες, οι στοές, οι πόρτες με τα οξυκόρυφα υπέρθυρα και τα δίλοβα, τρίλοβα και άλλοτε οξυκόρυφα ή ορθογώνια παράθυρα.
Την περίοδο της Τουρκοκρατίας (1522-1912), η πόλη της Ρόδου εξελίσσεται σε μια μεσαία επαρχιακή πόλη της οθωμανικής αυτοκρατορίας. Οι οχυρώσεις και τα περισσότερα μεσαιωνικά κτίσματα συντηρούνται, με σημαντικές μετατροπές όμως όσον αφορά κυρίως τις χρήσεις γης. Τα παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου μετατρέπεται σε φυλακές, το Νοσοκομείο σε στρατώνα, ενώ παράλληλα κτίζονται πολλά τζαμιά και λουτρά. Οι Έλληνες είχαν το δικαίωμα να έχουν καταστήματα και να εργάζονται στην πόλη, αλλά το ηλιοβασίλεμα ακουγόταν ένας δυνατός ήχος που σήμαινε την αποχώρησή τους από αυτήν. Χαρακτηριστικά στοιχεία της περιόδου είναι η προσθήκη σαχνισιών στα σπίτια, τόξων πάνω από τους δρόμους ώστε να εξασφαλιστεί η στήριξη των σπιτιών, καθώς και η προσθήκη θόλων και στοών. Το 1912 σημαίνει το τέλος της Τουρκοκρατίας και την κατάληψη της Ρόδου από τους Ιταλούς.
Η περίοδος της Ιταλοκρατίας (1912-1948) είναι περίοδος ανάπτυξης και μεταμόρφωσης της πόλης. Η πολιτική του λίθου με την κατασκευή καλαίσθητων κτιρίων και συνόλων στη Ρόδο και στα Δωδεκάνησα προσέφερε ένα δομημένο περιβάλλον υψηλής ποιότητας. Οι Ιταλοί μεταφέρουν το διοικητικό κέντρο εκτός των τειχών της πόλης, αναδεικνύουν τους αρχαιολογικούς τόπους, διαμορφώνουν τους ελεύθερους χώρους, εντάσσουν νέες χρήσεις σε αναστηλωμένα μεσαιωνικά κτίσματα και κηρύσσουν περιμετρικά του τειχισμένου οικισμού, γύρω από τις οχυρώσεις και την τάφρο, μια μνημειακή ζώνη – ζώνη προστασίας – πρασίνου, συνολικής έκτασης 150 στρεμμάτων.
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, η μεσαιωνική πόλη παρουσιάζει σημαντικές καταστροφές από τους βομβαρδισμούς. Πολλά κτίρια καταστρέφονται και η πόλη ερημώνει.
Στις 7 Μαρτίου 1948, τα Δωδεκάνησα ενσωματώνονται με την Ελλάδα. Στα πρώτα χρόνια της Ελληνικής Διοίκησης, βασικός στόχος υπήρξε η αποκατάσταση των καταστροφών, ενώ οι άθλιες συνθήκες ζωής και η υποβάθμιση του αστικού περιβάλλοντος είχαν μετατρέψει την πόλη σε κέντρο αστέγων, διερχομένων και περιθωριακών ομάδων.
Η σημασία και η ανάγκη διάσωσης της Παλιάς Πόλης επιβεβαιώθηκε από την απόφαση Ε.Γ.Δ.Δ 10/23.9.48 του Υπουργείου Πολιτισμού το 1948, αρχικά για την προστασία της, και εν συνεχεία το 1960 με την κήρυξή της ως ιστορικού διατηρητέου μνημειακού συγκροτήματος (ΦΕΚ 24-2/22.1.1960).
Το 1988, η μεσαιωνική πόλη της Ρόδου εντάσσεται ύστερα από απόφαση της Unesco στον κατάλογο των Πόλεων Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς, καθώς οι οχυρώσεις, το υποβαθμισμένο οικιστικό κέλυφος, η ιπποτική και γοτθική αρχιτεκτονική, τα ισλαμικά μνημεία και η ιστορία της πόλης, «προκάλεσαν» και κρίθηκαν.
Σήμερα η μεσαιωνική πόλη έχει συνολική έκταση 57,25 εκτάρια, ενώ η έκτασή της χωρίς τα τείχη φθάνει τα 39,8 εκτάρια. Ο πολεοδομικός ιστός της χαρακτηρίζεται από στενά δρομάκια με πολλά αδιέξοδα, έλλειψη πλατειών και ελεύθερων χώρων. Οι συνθήκες διαβίωσης και η ποιότητα ζωής παραμένει αρκετά υποβαθμισμένη, παρά τις προσπάθειες των αρμόδιων γραφείων για ανάπλαση περιοχών, συντήρηση ή αποκατάσταση μνημείων με ιδιαίτερη αξία.
Σημαντικό πρόβλημα στις συνολικές παρεμβάσεις αποτελεί το ασαφές ιδιοκτησιακό καθεστώς, καθώς οι 2.500 μερίδες χωρίζονται στη δημόσια περιουσία, στο Βακούφ, στην περιουσία της ισραηλινής κοινότητας, στην ιδιωτική περιουσία και στις εγκαταλελειμμένες περιοχές.
Η οργανωμένη επέμβαση στον οικισμό ξεκίνησε το 1985, όταν και υπεγράφη η προγραμματική σύμβαση μεταξύ του Υπουργείου Πολιτισμού, του Τ.Α.Π.Α και του Δήμου Ροδίων, με σκοπό την ανάδειξη του ιστορικού χαρακτήρα της πόλης, τη διενέργεια ανασκαφικών εργασιών, την εκτέλεση έργων επείγοντος χαρακτήρα, τη σύνταξη μελετών συντήρησης και προστασίας και τη βελτίωση της ποιότητας ζωής των κατοίκων της περιοχής.
Ο ρυθμός παρέμβασης και αποκατάστασης επιταχύνεται τα επόμενα χρόνια, ενώ την περίοδο 2000-2006 ξεκινούν νέα προγράμματα τα οποία εντάσσονται στο Γ’ Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης και περιλαμβάνουν την αποκατάσταση και την ανάδειξη των μνημείων και των οχυρώσεων της πόλης, όχι μόνο σαν μεμονωμένα στοιχεία, αλλά σαν ένα ευρύτερο αρχιτεκτονικό, αρχαιολογικό και αστικό σύνολο. Μέσα από αυτές τις πιλοτικές τρόπων τινά επεμβάσεις, αναδεικνύεται ως κύριος στόχος η συνύπαρξη των μνημείων όλων των εποχών στη σύγχρονη πόλη. Με τον τρόπο αυτό θα συντηρηθούν τα ορατά στοιχεία του παρελθόντος, τα οποία και θα αποτελέσουν δυναμικά στοιχεία του μέλλοντος.
Ο μετασχηματισμός της Παλιάς Πόλης της Ρόδου και η ένταξή της στη σύγχρονη πόλη αποτελεί πρόκληση για τους ειδικούς. 22 χρόνια οργανωμένων επεμβάσεων, έχουν ήδη δώσει αισθητά αποτελέσματα. Η διατήρηση ωστόσο των πολεοδομικών της χαρακτηριστικών απαιτεί τη διαρκή επαγρύπνηση των αρμοδίων, ώστε η ιδιαίτερη φυσιογνωμία της να παραμείνει αναλλοίωτη με το πέρασμα των ετών.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ:
Υπουργείο Πολιτισμού. Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου. Έργα αποκατάστασης 1985-2000. Υπουργείο Πολιτισμού. Ρόδος, 2001
Κόλλιας Η. Η Μεσαιωνική πόλη της Ρόδου και το παλάτι του Μεγάλου Μαγίστρου. Υπουργείο Πολιτισμού – Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων. Β’ Έκδοση. Ρόδος, 2000
Κόλλιας Η. Οι ιππότες της Ρόδου. Το παλάτι και η πόλη. Εκδοτική Αθηνών. 1991
Ντέλλας Γ. Η πολεοδομία της Ρόδου τον 20ο αιώνα. Τοπική Ένωση Δήμων και Κοινοτήτων Δωδεκανήσου.
ICOMOS. Νέες πόλεις πάνω σε παλιές. Το παράδειγμα της Ρόδου. Πρακτικά επιστημονικού συνεδρίου. Ρόδος 27-30 Σεπτεμβρίου 1993. Επτάλοφος Α.Ε.Β.Ε. Αθήνα, 1993
mikamichalaki@hotmail.com