Το εύρος του αντικειμένου O Victor Turner στη θεωρία της «οριακότητας» στις διαβατήριες τελετές (τις τελετές μύησης) και στις επιτελέσεις της καθημερινής πρακτικής αναφέρει μια κατάσταση μεταξύ της ύπαρξης με τη μη ύπαρξη, το όριο, το ενδιάμεσο σημείο, το πέρασμα πριν τον ευρύτερο μετασχηματισμό. Με αφετηρία αυτή τη συλλογιστική προσεγγίζω το μνημειακό τόπο σαν μια κατάσταση που βρίσκεται μέσα κι έξω, μεταξύ κι ανάμεσα, “betwixt and between” στο χρόνο, ως μια απεικόνιση κι οπτική αναπαράσταση της αλληλεπίδρασης των κοινωνικών και πολιτισμικών πρακτικών της ανθρώπινης δραστηριότητας με τις μνήμες και τη χωρική πρακτική. Με τον τρόπο αυτό διαμορφώνεται η εννοιολόγηση κι οριοθέτηση της ερμηνευτικής προσέγγισης. Με βάση αυτή την προσέγγιση ο μνημειακός τόπος αναπαριστά τη βιωμένη μνήμη του παρελθόντος στο παρόν. Οι επισκέπτες βρίσκονται σε κατάσταση liminal, ιδίως, αυτοί που έχουν έντονα φορτισμένα συναισθήματα, βιώματα και μνήμες με συγκεκριμένους μνημειακούς τόπους. Η πολιτισμική μνήμη χρειάζεται έναν τόπο (locus) κι ένα πλαίσιο (context) ανάλυσης κι ερμηνευτικής προσέγγισης. Το πλαίσιο που θέτω για να προσεγγίσω τη μνήμη είναι μέσα από τη διαδικασία των πολλαπλών αναπαραστάσεων της ιστορικής και πολιτισμικής «συνέχειας», η οποία διασφαλίζεται μέσα από τη διαφύλαξη των συλλογικών πολιτισμικών αναμνήσεων, των τοπικών «παραδόσεων», των μύθων και της «γνώσης» που περνάει από γενιά σε γενιά καθιστώντας δυνατή την (ανά)κατασκευή των πολιτισμικών ταυτοτήτων. Η πολιτισμική μνήμη τοποθετείται σε υλικές και άυλες μορφές κατηγοριοποίησης. Γίνεται ένα στοιχείο σύνδεσης και μεσολάβησης αντιφατικών κι επιλεκτικών αντιλήψεων που είτε βασίζονται στις βιωμένες εμπειρίες (συλλογικές) είτε στο «λόγο» (discourse) που (ανά)κατασκευάζεται μέσα από την πολυσημία των θεωρητικών και επιστημονικών ερμηνευτικών προσεγγίσεων. Η πολιτισμική μνήμη γκρεμίζει το φράγμα που χωρίζει το παρόν από το παρελθόν και δημιουργεί μια γέφυρα μεταξύ των ατόμων με τον τόπο, με τις ιδιόμορφες μνημονικές τεχνικές και με τις αισθήσεις. Υπό αυτή τη νοηματική διαδικασία παρατηρείται η «μυθοποίηση» της πολιτισμικής μνήμης, μια μυθοποίηση που αναπαριστάται στα μνημειακά τοπία. Μετασχηματίζεται η πολιτισμική μνήμη σε αντικείμενο γνώσης με σκοπό να επεξεργαστεί τη συλλογική ιστορία, να πραγματώσει την ένωση της, τη συνείδηση των ατόμων με την αίσθηση αλληλεγγύης και συνοχής.
Αντικείμενο μελέτης αποτελεί το μνημειακό τοπίο στο Γιασένοβατς (Jasenovac, Јасеновац) στη σημερινή Κροατία. Στον τόπο αυτό βρίσκεται το μνημείο, «λουλούδι από πέτρα», που είναι αφιερωμένο στα θύματα της γενοκτονίας των Ustasha κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και υπενθυμίζει τις φρικαλεότητες που διαπράχθηκαν σε αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης. Δημιουργός αυτού του μνημείου ήταν ο Σέρβος αρχιτέκτονας Bogdan Bogdanovic, όπου τα μνημειακά του γλυπτά κυριαρχούσαν την περίοδο της Σοσιαλιστικής Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γιουγκοσλαβίας (1943-1991). Τα περισσότερα μνημεία του είναι κατασκευασμένα από πέτρα ενώ το συγκεκριμένο μνημειακό γλυπτό, που φτιάχτηκε το 1966 και κέρδισε τη διεθνή προσοχή, είναι κατασκευασμένο από προεντεταμένο σκυρόδεμα.
Το στρατόπεδο συγκέντρωσης και οι διαφορετικές αναγνώσεις Στο Γιασένοβατς υπήρξε το μεγαλύτερο στρατόπεδο συγκέντρωσης της Κροατίας, όπου ο μεγαλύτερος αριθμός των θυμάτων ήταν Σέρβοι, όπως επίσης Ρομά, και Εβραίοι. Αυτό το στρατόπεδο συγκέντρωσης αποτέλεσε το σημείο σύμβολο στην ιστορία του 20ου αιώνα της Σερβίας. Θεωρείται ως το «ολοκαύτωμα» του σέρβικου λαού, μια γενοκτονία που σημάδεψε την πολιτική σκηνή της εποχής και συνέθετε το όριο αναφοράς στις σχέσεις Κροατών και Σέρβων μέχρι και τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας το 1991. Οι Σέρβοι αναπαριστούν τα γεγονότα στο Γιασένοβατς με μοναδικό σκοπό να καταδείξουν τις αγριότητες που βίωσε ο σέρβικος λαός εκείνη την περίοδο και τη βαναυσότητα της καθολικής εκκλησίας (ως το αντίπαλο δέος, καθολικοί/ χριστιανοί ορθόδοξοι) που υποκινούσαν τις ενέργειες των Ustasha. Οι «μαύρες» αυτές συνειδήσεις «ξύπνησαν» κατά τη διάρκεια της απόσχισης της Κροατίας το 1991, όταν οι Σέρβοι της περιοχής Κράινα διεξήγαγαν δημοψήφισμα με το οποίο ζητούσαν την ένωση της περιοχής τους με τη Σερβία.
Η πολυσημία των αναγνώσεων, των συμβόλων, της ιστορικής αφήγησης, των κοινωνικών και πολιτισμικών πρακτικών που αναπαριστά το μνημείο αυτό, προδιαθέτει συγκρούσεις ανάμεσα σε αυτά τα ερμηνευτικά κι ανταγωνιστικά παίγνια με τις πολιτικές ιδεολογίες, τις σχέσεις εξουσίας, την αβεβαιότητα και την αστάθεια της περιοχής. Από την πλευρά τους οι Κροάτες (ιστορικοί και λοιποί μελετητές) προσπάθησαν να «απομυθοποιήσουν» την αφήγηση των Σέρβων για το στρατόπεδο συγκέντρωσης, ώστε να «κατασκευαστεί» η αποενοχοποιητική οπτική, να αμφισβητηθεί η συνεκτικότητα και η ομοιομορφία, δηλώνοντας πως η όλη αφήγηση εντάσσεται σε μια ευρύτερη «προπαγανδιστική ρητορική» των Σέρβων. Κατηγόρησαν τη Σέρβικη Εκκλησία και την κυβέρνηση του Τίτο για το «φούσκωμα» των μεγεθών στον αριθμό των νεκρών, ώστε να μην επιβαρυνθεί η κροατική ιστοριογραφία με μελανές σελίδες στις διάφορες ιστορικές αφηγηματικές αναπαραστάσεις. Η ιδιαίτερη σημασία του ζητήματος προκύπτει και διακυβεύεται από τη φορτισμένη νοηματοδότηση της έννοιας του ολοκαυτώματος και της γενοκτονίας που παραπέμπουν στις φρικαλεότητες και στις δυσάρεστες μνήμες, στην άρνηση της συλλογικής ευθύνης και ενοχής, στα ηθικά και πολιτικά βάρη που πρέπει να διαχειριστούν οι επόμενες γενιές μέσα από μια πρακτική άμυνας.
Η ανάδειξη του μνημειακού τοπίου Το μνημείο «λουλούδι από πέτρα» γειτνιάζει με τον τόπο που βρισκόταν το πρώην στρατόπεδο συγκέντρωσης. Οι αρχικοί χώροι των κτηρίων και οι χώροι εκτέλεσης απεικονίζονται από τις κοιλότητες και τα αναχώματα. Η διαδρομή προς το «λουλούδι», όπως χαρακτηριστικά εμφανίζεται στη φωτογραφία, ως ένα μονοπάτι, είναι στρωμένη με στρωτήρες σιδηροδρομικής γραμμής, όπου συμβολικά υποδηλώνουν το τμήμα της σιδηροδρομικής γραμμής που υπήρχε για την απευθείας μεταφορά των κρατουμένων στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Η αρχιτεκτονική ανάπλαση του τόπου σηματοδοτεί νοηματικά αυτές τις λεπτές αφηγηματικές ιστορικές ακολουθίες.
Το μνημειακό τοπίο του Γιασένοβατς είναι ένας τόπος στον οποίο οι επισκέπτες ανακαλύπτουν τον πόνο που βίωσαν και το απίστευτο θάρρος των θυμάτων. Αποτελεί έναν τόπο που ενθαρρύνει την περισυλλογή, την ιστορική συνείδηση, τη γνώση και τη μάθηση, την έρευνα, την αντίσταση. Το γαλήνιο τοπίο που απεικονίζει και υποστηρίζει το μνημείο, η «ψυχολογία των χρωμάτων» έρχεται σε μερική αντίθεση με τα έντονα και φορτισμένα βιώματα των επιζώντων και των συγγενών αυτών που εκτελέστηκαν. Ο τόπος οικειοποιεί τα αισθήματα αγανάκτησης και οργής, τη μνήμη του παρελθόντος με τρόπο που αναπαριστά μια διαφορετική ανάγνωση των γεγονότων που έλαβαν χώρα στο Γιασένοβατς. Η δύναμη της χωρικής πράξης, του τοπίου, με το συνδυασμό των χρωμάτων προκαλεί την αίσθηση της «καθαρότητας», της σταθερότητας και φέρνει σε φυσική ισορροπία τα συναισθήματα των επισκεπτών για να απαλύνει τις μνήμες του πόνου.
Η πολιτισμική μνήμη, μέσα από τα σύμβολα και τους μύθους, «νομιμοποιεί», ενσωματώνει αλλά και «αξιώνει» (claim) συγκεκριμένα ιστορικά, κοινωνικά και πολιτισμικά πρότυπα που επανερμηνεύουν τις οπτικές αναπαραστάσεις των μνημειακών τόπων. Οι μνημειακοί τόποι «απαντούν» στις σημερινές ανάγκες ως μια νοσταλγία για ένα εξιδανικευμένο παρελθόν. Αποτελούν ένα ενδιαφέρον κομμάτι προσέγγισης, ώστε να συνειδητοποιήσουμε τη «σύγχρονη» πάλη μεταξύ της επιλεκτικής μνήμης και της καθημερινότητας, τον «έλεγχο» του παρελθόντος πάνω στο παρόν. Με την ανάδειξη του μνημειακού τοπίου του Γιασένοβατς το παρόν συναντάει το παρελθόν σε ένα μνημειακό τόπο, αλλά και το παρελθόν επανανοηματοδοτείται μέσα από το παρόν στη διατήρηση της συλλογικής μνήμης.
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ - Halbwachs, Maurice – 1992, On Collective memory, University of Chicago Press.
- Karagiannidis Christos – 2003, “The victim as victor”, Transitions Online
- McDonald David Bruce - 2002, Balkan holocausts? Serbian and Croatian victim-centred propaganda and the war in Yugoslavia, Manchester University Press.
- Turner Victor - 1995, The ritual process: structure and anti-structure, Aldine Transaction.
- Zonabend Francoise - 1984, The enduring memory: time and history in a French village, Manchester University Press.
- Georg Simmel - Joachim Ritter - Ernst H. Gombrich – 2004, Το τοπίο, Ποταμός.
- Γκέφου-Μαδιανού Δήμητρα – 1999, Πολιτισμός και εθνογραφία, Ελληνικά Γράμματα.
- Le Goff Jacques – 1998, Ιστορία και μνήμη, Νεφέλη.
christos.karagiannidis@gmail.com |